154.-(1) Σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία και σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής πριν από την απόφαση ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας δύναται να καταχωρήσει αναστολή δίωξης, είτε ανακοινώνοντας αυτό στο Δικαστήριο είτε πληροφορώντας το Δικαστήριο γραπτώς ότι η Δημοκρατία προτίθεται να διακόψει τη διαδικασία και για αυτό ο κατηγορούμενος αμέσως απαλλάσσεται ως προς το κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο για το οποίο καταχωρείται η αναστολή δίωξης.
(2) Όταν καταχωρείται αναστολή δίωξης, αν ο κατηγορούμενος φυλακίστηκε, αυτός απολύεται ή αν τελεί υπό εγγύηση το γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση ακυρώνεται, και, αν ο κατηγορούμενος δεν βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου όταν καταχωρείται η αναστολή δίωξης, ο Πρωτοκολλητής ή άλλος αρμόδιος λειτουργός του Δικαστηρίου, αν ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση, προκαλεί την επίδοση αμέσως γραπτής ειδοποίησης σχετικά με την καταχώριση της αναστολής δίωξης στο πρόσωπο που έχει τη φύλαξη του κατηγορούμενου και η ειδοποίηση αυτή είναι επαρκής εξουσιοδότηση για να απολύσει τον κατηγορούμενο σε σχέση με το κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο για το οποίο καταχωρείται η αναστολή δίωξης, ή, αν ο κατηγορούμενος δεν τελεί υπό κράτηση, προκαλεί την επίδοση αμέσως τέτοιας γραπτής ειδοποίησης στον κατηγορούμενο και τους εγγυητές του, αν υπάρχουν, και πρέπει όπως, σε κάθε περίπτωση, να προκαλέσει επίδοση παρόμοιας ειδοποίησης σε κάθε μάρτυρα που δεσμεύτηκε να εμφανιστεί.
(3) Όταν καταχωρείται αναστολή δίωξης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, η απαλλαγή του κατηγορούμενου δεν συνιστά κώλυμα για οποιαδήποτε μεταγενέστερη διαδικασία εναντίον αυτού για το ίδιο ποινικό αδίκημα ή λόγω των ίδιων πραγματικών γεγονότων.