174.-(1) Όταν κατόπι αίτησης όπως προβλέπεται πιο κάτω καθίσταται φανερό στο Ανώτατο Δικαστήριο-
(α) ότι δεν δύναται να διεξαχθεί σε οποιοδήποτε Δικαστήριο δίκαιη και αμερόληπτη προανάκριση ή δίκη
(β) ότι ενδέχεται να εγερθεί νομικό ζήτημα ασυνήθιστης δυσκολίας
(γ) ότι δυνατό να απαιτηθεί αυτοψία του τόπου στο οποίο ή πλησίον του οποίου διαπράχτηκε οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα για ικανοποιητική εξέταση ή εκδίκαση αυτού
(δ) ότι διάταγμα δυνάμει του άρθρου αυτού θα τείνει προς γενική διευκόλυνση των διαδίκων ή των μαρτύρων
(ε) ότι τέτοιο διάταγμα εξυπηρετά τους σκοπούς της δικαιοσύνης,το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να διατάξει όπως η προανάκριση ή η δίκη διεξαχθεί από ή ενώπιον Δικαστηρίου άλλου από το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου, θα διεξαγόταν, ελλείψει του διατάγματος αυτού.
(2) Κάθε αίτηση για την άσκηση των εξουσιών που χορηγούνται από το άρθρο αυτό υποβάλλεται με εισήγηση η οποία, εξαιρούμενης της περίπτωσης κατά την οποία η αίτηση υποβάλλεται υπό ή εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, πρέπει να υποστηρίζεται με ένορκη δήλωση.
(3) Όταν κατηγορούμενος υποβάλλει αίτηση δυνάμει του άρθρου αυτού, το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, αν θεωρεί αυτό σκόπιμο, να τον διατάξει να εκτελέσει γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση με ή χωρίς εγγυητές υπό τον όρο ότι αυτός, αν καταδικαστεί, θα καταβάλει τα έξοδα της κατηγορίας.
(4) Κάθε κατηγορούμενος που υποβάλλει οποιαδήποτε τέτοια αίτηση δίνει στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας γραπτή ειδοποίηση για την αίτηση, μαζί με αντίγραφο ένορκης δήλωσης και δεν εκδίδεται τελικό διάταγμα για την αίτηση, εκτός αν η ειδοποίηση αυτή και ένορκος δήλωση επιδοθούν τουλάχιστον εικοσιτέσσερις ώρες πριν από την ακρόαση της αίτησης.