132.-(1) Πρόσωπο που βρέθηκε ένοχο από Κακουργιοδικείο και καταδικάστηκε σε θάνατο ή σε οποιαδήποτε περίοδο φυλάκισης ή σε χρηματική ποινή που υπερβαίνει τις είκοσι λίρες δύναται, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 135 και 136, να ασκήσει έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου-
(α) κατά της καταδίκης του ως δυνάμει δικαιώματος για οποιοδήποτε λόγο έφεσης ο οποίος συνεπάγεται νομικό ζήτημα μόνο
(β) με την άδεια Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (ο οποίος δεν προήδρευσε κατά τη δίκη) κατά της καταδίκης του για οποιοδήποτε λόγο έφεσης ο οποίος συνεπάγεται πραγματικό ζήτημα μόνο ή ζήτημα μεικτό νομικό και πραγματικό ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο ο οποίος φαίνεται στο Δικαστή που εξετάζει την αίτηση για άδεια έφεσης ότι είναι επαρκής λόγος έφεσης
(γ) με την άδεια Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (ο οποίος δεν προήδρευσε κατά τη δίκη) εναντίον της ποινής που του επιβλήθηκε στην καταδίκη του εκτός αν η ποινή είναι καθορισμένη από το νόμο.
(2) Όταν πρόσωπο δικαιούμενο να ασκήσει έφεση ως δυνάμει δικαιώματος επί νομικού σημείου όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού επιθυμεί να ασκήσει έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δίνει ειδοποίηση έφεσης προκαλώντας την παράδοση της στον Αρχιπρωτοκολλητή εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία απαγγέλθηκε η καταδίκη.
(3) Όταν πρόσωπο επιθυμεί να ασκήσει έφεση ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου όπως προβλέπεται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, υποβάλλει αίτηση για άδεια έφεσης προκαλώντας παράδοση της αίτησης στον Αρχιπρωτοκολλητή εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία απαγγέλθηκε η καταδίκη.
(4) Όταν ο εφεσείοντας κρατείται σε οποιαδήποτε φυλακή ή ίδρυμα ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο τελεί υπό κράτηση, θεωρείται ότι συμμορφώνεται επαρκώς προς τις διατάξεις του εδαφίου (2) ή (3) του άρθρου αυτού, αν παραδώσει την ειδοποίηση έφεσης ή την αίτηση για άδεια έφεσης, ανάλογα με την περίπτωση, στο λειτουργό που έχει την επιτήρηση του για διαβίβαση στον Αρχιπρωτοκολλητή.