2. Στο Νόμο αυτό-
“Δικαστήριο” σημαίνει το αρμόδιο Δικαστήριο∙
“Δικαστής” σημαίνει δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου∙
“κατηγορητήριο” σημαίνει τη γραπτή κατηγορία για ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορείται κάποιος κατηγορούμενος σε συνοπτική δίκη∙
“κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο” σημαίνει τη γραπτή κατηγορία για ποινικό αδίκημα η οποία καταχωρίστηκε από, ή εκ μέρους, του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σε Κακουργιοδικείο εναντίον κατηγορούμενου για δίκη ενώπιον του δικαστηρίου αυτού∙
“νομοθέτημα” περιλαμβάνει νόμους και διοικητικές πράξεις∙
“ποινική διαδικασία” και συναφείς εκφράσεις σημαίνουν οποιαδήποτε διαδικασία που εγείρεται ενώπιον Δικαστηρίου εναντίον οποιουδήποτε προσώπου προς τιμωρία του για ποινικό αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση οποιουδήποτε νομοθετήματος∙
“ποινικό αδίκημα” σημαίνει πράξη, απόπειρα ή αξιόποινη παράλειψη δυνάμει οποιουδήποτε νομοθετήματος∙
“προανάκριση” [Διαγράφηκε]
“συνοπτική δίκη” σημαίνει δίκη από δικαστή κατά την άσκηση της συνοπτικής του δικαιοδοσίας∙
“τόπος” περιλαμβάνει οποιαδήποτε οικία, γραφείο, δωμάτιο ή κτίριο και οποιοδήποτε χώρο ή τοπικό σημείο είτε ανοικτό είτε περίκλειστο, επίσης δε οποιοδήποτε όχημα, προσγειωμένο αεροσκάφος και οποιοδήποτε πλοίο, λέμβο ή άλλο σκάφος που επιπλέει ή όχι∙
“υπεύθυνος αστυνομικού σταθμού” περιλαμβάνει, κάθε φορά που ο υπεύθυνος αστυνομικού σταθμού απουσιάζει από το οίκημα του σταθμού ή αδυνατεί για οποιοδήποτε λόγο να εκτελέσει τα καθήκοντα του, τον αστυνομικό, ο οποίος είναι παρών στον αστυνομικό σταθμό και ο οποίος έπεται ιεραρχικά του υπεύθυνου αυτού ή ο οποίος στην απουσία του εν λόγω υπεύθυνου εκτελεί τα καθήκοντα αυτού∙
“χρηματική ποινή” σημαίνει χρηματική ποινή που επιβλήθηκε δυνάμει οποιουδήποτε νομοθετήματος που ισχύει εκάστοτε, κάθε ποσό από εγγυητικό γραμμάτιο για απόλυση που κατατέθηκε ή από προσωπική υποχρέωση, κάθε ποσό που επιδικάστηκε σε ποινική διαδικασία για να καταβληθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο υπό μορφή αποζημίωσης, εξόδων ή άλλως και περιλαμβάνει τα έξοδα εκτέλεσης προς ανάληψη αυτών.