5.-(1) Κάθε προσοντούχος επαγγελματίας ιατρός που νοσηλεύει ή καλείται να επισκεφθεί ασθενή ο οποίος πιστεύει ότι υποφέρει από οποιαδήποτε επαγγελματική νόσο από την οποία προσβλήθηκε κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του ως εργάτης, αποστέλλει αμέσως, εκτός αν η γνωστοποίηση αυτή έχει σταλεί προηγουμένως, γνωστοποίηση που απευθύνεται στον Επίτροπο και που αναφέρει το όνομα και την πλήρη ταχυδρομική διεύθυνση του ασθενή και τη νόσο από την οποία, κατά τη γνώμη του ιατρού αυτού υποφέρει ο ασθενής, και το όνομα και τη διεύθυνση του τόπου στον οποίο, και τον εργοδότη από τον οποίο εργοδοτείται, ή εργοδοτείτο τελευταίως.
(2) Αν οποιοσδήποτε επαγγελματίας, προσοντούχος ιατρός παραλείψει να στείλει οποιαδήποτε γνωστοποίηση σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού είναι ένοχος αδικήματος κατά παράβαση του Νόμου αυτού, και υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα λίρες.
(3) Οποιοσδήποτε εργοδότης ο οποίος πιστεύει ή υποπτεύεται, ή έχει εύλογες αιτίες να πιστεύει ή να υποπτεύεται, ότι έχει συμβεί περίπτωση επαγγελματικής νόσου μεταξύ των εργατών που εργοδοτούνται από αυτόν, θα στέλνει αμέσως γραπτή γνωστοποίηση της περίπτωσης αυτής στον τύπο, και που συνοδεύεται από τις λεπτομέρειες, που εκτίθενται στο Τρίτο Παράρτημα, στον Επιθεωρητή και στον Ιατρικό Λειτουργό της περιοχής εντός της οποίας βρίσκεται ο τόπος εργοδότησης των εργατών αυτών, και οι διατάξεις του Νόμου αυτού αναφορικά με τη γνωστοποίηση ατυχημάτων εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση κατά τον ίδιο τρόπο όπως σε οποιοδήποτε τέτοιο ατύχημα όπως αναφέρεται στις διατάξεις αυτές.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, όσον αφορά οποιαδήποτε κατηγορία ή περιγραφή τόπου όπου εργοδοτούνται εργάτες, με Κανονισμούς που εκδίδονται βάσει του Νόμου αυτού, να εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου αυτού σε οποιαδήποτε νόσο, άλλη παρά επαγγελματική νόσο.