2. Στο Νόμο αυτό εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“αδειούχος αχθοφόρος” σημαίνει κάθε πρόσωπο το οποίο έχει άδεια που εκδόθηκε από το Διευθυντή, δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού ή οποιουδήποτε Κανονισμού ή οποιασδήποτε διοικητικής πράξης που εκδόθηκε δυνάμει αυτού για να μεταφέρει, και το οποίο απασχολείται στο να μεταφέρει εντός οποιουδήποτε λιμανιού, οποιαδήποτε πράγματα μετά την εκφόρτωση τους από οποιοδήποτε πλοίο, αεροσκάφος ή άλλο σκάφος σε αποβάθρα ή προκυμαία, μέχρι την παράδοση των πραγμάτων αυτών πέρα από τον τελωνειακό έλεγχο.
“αχθοφόρος εργοδότη” σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εργοδοτείται τακτικά από οποιονδήποτε εργοδότη για να χειρίζεται-
(α) οποιαδήποτε από τα εμπορεύματα του που προορίζονται για εξαγωγή, από ή σε οποιανδήποτε από τις αποθήκες του, σε ή από οποιανδήποτε αποβάθρα ή προκυμαία ή αποθήκη, εντός οποιασδήποτε περιοχής Τελωνείου, η οποία εγκρίνεται από το Διευθυντή του Τελωνείου ως τόπος αποθήκευσης αυτών~ή
(β) οποιαδήποτε τέτοια εμπορεύματα κατά τη μεταφορά τους από οποιαδήποτε τέτοια αποβάθρα, προκυμαία ή αποθήκη σε οποιοδήποτε χειρολάβο φόρτωσης πάνω σε οποιαδήποτε φορτηγίδα ή, όταν δεν χρησιμοποιούνται φορτηγίδες, σε οποιοδήποτε χειρολάβο οποιουδήποτε πλοίου, αεροσκάφους ή άλλου σκάφους πάνω στο οποίο τα εμπορεύματα πρόκειται να εξαχθούν από οποιαδήποτε τέτοια αποβάθρα, προκυμαία ή αποθήκη~ ή
(γ) οποιαδήποτε από τα εμπορεύματα του, κατά την εισαγωγή τους πάνω από την ιδιωτική του αποβάθρα.
“Διευθυντής” σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Λιμένων και περιλαμβάνει οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος ο οποίος εξουσιοδοτήθηκε προς τούτο από το Διευθυντή.
“Επίτροπος” σημαίνει τον Επίτροπο Εργασίας, και περιλαμβάνει τον Βοηθό Επίτροπο Εργασίας.
“Εργοδότης” σημαίνει, σε σχέση με λιμενεργάτη, το πρόσωπο από το οποίο αυτός εργοδοτείται ή πρόκειται να εργοδοτηθεί ως λιμενεργάτης και περιλαμβάνει οποιονδήποτε αδειούχο αχθοφόρο όταν εργοδοτεί οποιοδήποτε λιμενεργάτη.
“λιμάνι” σημαίνει οποιοδήποτε τόπο που ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο ως λιμάνι βάσει του περί Διοικήσεως Τελωνείων Νόμου.
“λιμενεργάτης” σημαίνει πρόσωπο που εργοδοτείται ή πρόκειται να εργοδοτηθεί σε οποιοδήποτε λιμάνι σε εργασία που αφορά τη φόρτωση, εκφόρτωση, μετακίνηση ή αποθήκευση εμπορευμάτων, ή σε εργασία που αφορά την προετοιμασία πλοίων, αεροσκαφών ή άλλων σκαφών για την παραλαβή ή εκφόρτωση εμπορευμάτων, αλλά δεν περιλαμβάνει-
(α) μέλος μηχανικής υπηρεσίας ή άλλης τέχνης.
(β) οποιοδήποτε υπάλληλο γραφείου ή μέλος του διοικητικού προσωπικού εργοδότη.
(γ) οποιονδήποτε αδειούχο αχθοφόρο ή αχθοφόρο εργοδότη.
(δ) οποιονδήποτε αδειούχο λεμβούχο που απασχολείται με τη μεταφορά αποσκευών επιβατών σε ή από πλοίο, αεροσκάφος ή άλλο σκάφος σε οποιοδήποτε λιμάνι.
(ε) οποιοδήποτε μέλος του πληρώματος οποιουδήποτε πλοίου, αεροσκάφους ή άλλου σκάφους, όταν απασχολείται επί του εν λόγω πλοίου, αεροσκάφους ή άλλου σκάφους-
(i) με το χειρισμό οποιωνδήποτε μηχανημάτων άλλων από γερανών, εκτός όπου ο επόπτης του λιμανιού, αφού λάβει τις απόψεις του πλοιάρχου ή του κυβερνήτη του αεροσκάφους ή άλλου σκάφους και των εργοδοτών και λιμενεργατών, πιστεύει ότι δεν υπάρχει διαθέσιμος οποιοσδήποτε λιμενεργάτης που κατέχει τις ειδικές τεχνικές γνώσεις που απαιτούνται για το χειρισμό αυτού του συγκεκριμένου τύπου γερανού.
(ii) με οποιαδήποτε άλλη εργασία με σκοπό να καταστεί δυνατή η φόρτωση, εκφόστωση, μετακίνηση ή αποθήκευση πραγμάτων από οποιοδήποτε λιμενεργάτη.
(στ) οποιονδήποτε αχθοφόρο που εργοδοτείται τακτικά σε κλειστή περιοχή που παραχωρήθηκε από το Διευθυντή για τη χρήση των Δυνάμεων της Αυτής Μεγαλειότητας.
“σημειωτής” σημαίνει πρόσωπο που εργοδοτείται ή θα εργοδοτηθεί σε οποιοδήποτε λιμάνι για να καταγράφει τα εμπορεύματα που φορτώνονται σε πλοίο ή εκφορτώνονται από πλοίο.
“Συμβούλιο” σημαίνει Συμβούλιο που ιδρύεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 3.