17.—(1) Ο Υπουργός έχει εξουσία, αν ο κοινοτάρχης ή η Χωριτική Επιτροπή παραλείπει να εκτελέσει κάποιο καθήκον που επιβάλλεται από το Νόμο αυτό ή να εφαρμόσει κάποια από τις διατάξεις του Νόμου αυτού και με δέουσα έρευνα ικανοποιηθεί σχετικά με αυτό, να διατάξει την εκτέλεση του καθήκοντος αυτού σε τακτή προθεσμία ή την εφαρμογή τέτοιας διάταξης και σε τέτοια περίπτωση έχει εξουσία να διορίσει πρόσωπο για εκτέλεση ή εφαρμογή αυτών επιβαρύνοντας όλα τα έξοδα σχετικά με αυτό στον κοινοτάρχη που παρέλειψε ή στην Επιτροπή.
(2) Ο Υπουργός έχει εξουσία, σε περίπτωση αδυναμίας λειτουργίας, είτε λόγω μη υποβολής υποψηφιοτήτων ή του αναγκαίου αριθμού τους, είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο και όταν το Υπουργικό Συμβούλιο με δέουσα έρευνα ήθελε κρίνει σε τέτοια περίπτωση ότι για το δημόσιο συμφέρον δεν θα ήταν σκόπιμη η διεξαγωγή εκλογής για το υπόλοιπο της θητείας της επιτροπής, να διορίσει κατάλληλα πρόσωπα, τα οποία έχουν σχετικά με αυτό τα απαιτούμενα εκλογικά προσόντα σύμφωνα με το Νόμο αυτό για να πληρώσουν με τον τρόπο αυτό τις κενές θέσεις και να ασκήσουν όλες τις λειτουργίες της επιτροπής για το υπόλοιπο της περιόδου της θητείας της επιτροπής.
(3) Επίσης ο Υπουργός έχει εξουσία, σε περίπτωση δημιουργίας οποιουδήποτε ασυμβίβαστου σχετικά με οποιοδήποτε μέλος της επιτροπής να κηρύξει τη θέση του ότι έχει κενωθεί, οπότε και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 17Α ή σε περίπτωση κατά την οποία το μέλος της επιτροπής το οποίο κατείχε τη θέση που κενώθηκε την κατείχε κατόπι διορισμού, η θέση πληρούται με διορισμό το ταχύτερο δυνατόν σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού και για περίοδο ίση με το υπόλοιπο της θητείας της επιτροπής.