30. Όταν οφείλεται οποιαδήποτε αμοιβή διάσωσης σε πρόσωπο βάσει του Νόμου αυτού, ο Παραλήπτης ενεργεί ως ακολούθως:
(α) αν οφείλεται σε σχέση με υπηρεσίες που προσφέρθηκαν προς βοήθεια οποιουδήποτε πλοίου ή λέμβου, ή προς διάσωση των ζωών προσώπων που ανήκουν σε αυτό ή του φορτίου ή ξαρτιών αυτού, αυτός κατακρατεί το πλοίο ή τη λέμβο, και το φορτίο και τα ξάρτια που βρίσκονται σε αυτό, μέχρις ότου γίνει η πληρωμή ή εκδοθεί ένταλμα από κάποιο αρμόδιο Δικαστήριο για την κατακράτηση του πλοίου, λέμβου, φορτίου ή ξαρτιών
(β) αν οφείλεται σε σχέση με τη διάσωση οποιουδήποτε ναυαγίου, και το ναυάγιο δεν πωλείται ως αζήτητο σύμφωνα με τις διατάξεις που περιέχονται πιο κάτω, αυτός κατακρατεί το ναυάγιο μέχρις ότου γίνει η πληρωμή ή εκδοθεί ένταλμα με τον τρόπο που προαναφέρθηκε.
Αλλά αν, σε οποιοδήποτε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης του εντάλματος αυτού, δοθεί ασφάλεια προς ικανοποίηση του για το ποσό της αμοιβής διάσωσης αυτός δύναται να απελευθερώσει από τη φύλαξη του οποιοδήποτε πλοίο, λέμβο, φορτίο, ξάρτια ή ναυάγιο που κατακρατείται από αυτόν με τον τρόπο αυτό, και σε περιπτώσεις όπου η αξίωση για αμοιβή διάσωσης υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες οποιοσδήποτε Δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου ή Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου δύναται με αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους, να αποφασίζει για οποιοδήποτε θέμα που δυνατόν να προκύψει αναφορικά με το ποσό της ασφάλειας που πρέπει να δοθεί ή για την επάρκεια των εγγυήσεων0 και σε κάθε περίπτωση όπου δίνεται στον Παραλήπτη εγγύηση ή άλλη ασφάλεια ο ναυαγοσώστης ή ο ιδιοκτήτης της περιουσίας που διασώθηκε, ή οι αντιπρόσωποι τους, δύνανται να εγείρουν διαδικασία ενώπιον του Δικαστή ή Προέδρου προς το σκοπό της εκδίκασης των θεμάτων που προκύπτουν μεταξύ τους, και ο Δικαστής ή Πρόεδρος δύναται να επιβάλει πληρωμή της εν λόγω εγγύησης ή άλλης ασφάλειας με τον ίδιο τρόπο ωσάν να είχε δοθεί εγγύηση στο Δικαστήριο.