18.-(1) Όταν οποιοσδήποτε αστυνομικός, Επαρχιακός Επιθεωρητής ή αγροφύλακας έχει εύλογους λόγους να πιστεύει ότι διαπράχτηκε αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 10(1) ή 13(1), ο αστυνομικός αυτός, Επαρχιακός Επιθεωρητής ή αγροφύλακας επιδίδει αμέσως ή μεριμνά ώστε να επιδίδεται στο πρόσωπο για το οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι διέπραξε το αδίκημα, ή στον ιδιοκτήτη της αίγας ή εριφίου σε σχέση με το οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι διαπράχτηκε το αδίκημα, αν ο ιδιοκτήτης αυτός δεν είναι πρόσωπο για το οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι διέπραξε αδίκημα, γραπτή ειδοποίηση που περιέχει τα στοιχεία που καθορίζονται στο εδάφιο (2): Νοείται ότι ο αγροφύλακας δεν επιδίδει ή δεν μεριμνά ώστε να επιδίδεται οποιαδήποτε ειδοποίηση βάσει του εδαφίου αυτού εκτός αν ο αγροφύλακας αυτός έχει προηγουμένως εξασφαλίσει τη γραπτή εξουσιοδότηση της Χωριτικής Επιτροπής είτε γενικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένη ειδοποίηση.
(2) Κάθε ειδοποίηση βάσει του εδαφίου (1) περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία, δηλαδή-
(α) την ημερομηνία κατά την οποία και τον τόπο στον οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι διαπράχτηκε το αδίκημα.
(β) τη φύση του αδικήματος για το οποίο υπάρχει ισχυρισμός.
(γ) τον αριθμό και περιγραφή των αιγών ή εριφίων σε σχέση με τα οποία υπάρχει ισχυρισμός ότι διαπράχτηκε το αδίκημα.
(δ) ότι διεξάγονται έρευνες αναφορικά με το αδίκημα για το οποίο υπάρχει ισχυρισμός.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), πρόσωπο στο οποίο επιδόθηκε ειδοποίηση βάσει του εδαφίου (1) από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης αυτής, δεν πωλεί, σφάζει, αποχωρίζεται ή άλλως πως διαθέτει οποιαδήποτε αίγα ή ερίφιο στο οποίο αναφέρεται η ειδοποίηση, μέχρι την εκπνοή δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία καταδικάζεται σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία η οποία δυνατό να εγερθεί εναντίον του αναφορικά με το ισχυριζόμενο αδίκημα της ειδοποίησης.
(4) Αν εντός περιόδου τριάντα ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης ειδοποίησης βάσει του εδαφίου (1) καμιά κλήση δεν έχει επιδοθεί σε σχέση με το ισχυριζόμενο αδίκημα στο αναφερόμενο πρόσωπο, οι διατάξεις του άρθρου (3) δεν θα εφαρμόζονται πλέον.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση του εδαφίου (3) είναι ένοχο αδικήματος κατά παράβαση του Νόμου αυτού, και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση τριών μηνών ή σε πρόστιμο εκατό πενήντα λιρών ή και στις δύο αυτές ποινές.