22Γ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 19, 21, 22 και 22Α και, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 28, το Ανώτατο Δικαστήριο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ήθελε κρίνει αναγκαίο, δύναται να εκδώσει οδηγίες, ώστε Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου να ορίσει, με την έγκριση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αριθμό δικαστών, οι οποίοι να εκδικάζουν διαφορές-
(α) μεταξύ του δανειολήπτη, του εγγυητή και του παρόχου εξασφάλισης και του πιστωτή αναφορικά με το χρεωστικό υπόλοιπο της πιστωτικής διευκόλυνσης, η οποία παρουσιάζει καθυστέρηση ή υπέρβαση και η οποία έχει τερματισθεί, καθώς και οποιαδήποτε άλλη διαφορά μεταξύ των εν λόγω προσώπων η οποία προκύπτει από ή σε σχέση με την πιστωτική διευκόλυνση, τις συναφείς εγγυήσεις και/ή εξασφαλίσεις, περιλαμβανομένων υπερχρεώσεων ή/και καταχρηστικών ρητρών· και/ή
(β) αναφορικά με πώληση ενυπόθηκου ακινήτου το οποίο αποτελεί εξασφάλιση πιστωτικής διευκόλυνσης σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου:
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-
“αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα” ή “ΑΠΙ” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·
“δανειολήπτης” σημαίνει πρόσωπο στο οποίο παραχωρείται πιστωτική διευκόλυνση·
“εγγυητής” σημαίνει πρόσωπο το οποίο παρέχει εγγύηση δυνάμει σύμβασης εγγύησης∙
“εξασφάλιση” σημαίνει την εξασφάλιση υπό μορφή υποθήκης, ομολόγου, κυμαινόμενης ή πάγιας επιβάρυνσης, σύμβασης εκχώρησης εξασφάλισης, γενικού δικαιώματος επίσχεσης, επιβάρυνσης αντικειμένου, ενεχυρίασης μετοχών ή οποιουδήποτε αντικειμένου, καθώς και οποιασδήποτε άλλης μορφής εμπράγματης ή άλλης εξασφάλισης είτε αυτή παρέχεται από τον ίδιο τον δανειολήπτη είτε από εγγυητή ή άλλο πρόσωπο και σε περίπτωση κατά την οποία αυτή παρέχεται από τον εγγυητή περιλαμβάνει και την προσωπική εγγύηση∙
“εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου·
“κύρια κατοικία” σημαίνει την κατοικία η οποία χρησιμοποιείται για τη διαμονή του ιδιοκτήτη της και/ή των μελών της οικογένειας αυτού, για χρονική περίοδο πέραν των έξι (6) μηνών ανά έτος, η εκτιμημένη αξία της οποίας δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000):
“μέλος της οικογένειας του ιδιοκτήτη της κύριας κατοικίας” σημαίνει τον σύζυγο αυτού και τους απευθείας κατιόντες αυτού ή του συζύγου του, οι οποίοι είναι ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών ή είναι συντηρούμενοι από αυτόν, ανεξαρτήτως της ηλικίας τους, καθώς και τους συντηρούμενους απευθείας ανιόντες αυτού και/ή του συζύγου αυτού:
“μη πιστωτικό ίδρυμα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου·
“oντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Τιτλοποιήσεων Νόμου·
“πάροχος εξασφάλισης” σημαίνει το πρόσωπο το οποίο παρέχει εξασφάλιση σε πιστωτική διευκόλυνση δυνάμει σύμβασης∙
“πιστωτής” σημαίνει αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων ή οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση ή μη πιστωτικό ίδρυμα∙
“πιστωτική διευκόλυνση” σημαίνει τη σύμβαση παροχής χρηματοπιστωτικής χορήγησης, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και χωρίς περιορισμό, δάνειο ή όριο υπεραναλήψεως ή όριο πίστωσης σε πιστωτική κάρτα, ανεξαρτήτως ποσού, και η οποία συνομολογήθηκε μεταξύ πιστωτή και δανειολήπτη, με εξασφάλιση κύρια κατοικία.