31 .-(1) Παν εγγεγραμμένον εν τω Νηολογίω πλοίον ή μερίδιον αυτού δύναται να δοθή ως ασφάλεια δανείου ή ετέρας υλικής αντιπαροχής, το δε έγγραφον δι' ου συνιστάται η ασφάλεια (εν τω παρόντι Νόμω καλούμενον "υποθήκη") συντάττεται επί του εντύπου Β του Μέρους I του Πρώτου Παραρτήματος, ή εν τω πλησιεστέρω υπό τας περιστάσεις τύπω· ευθύς άμα τη προσαγωγή του εγγράφου η Νηολογούσα Αρχή καταχωρεί τούτο εν τω Νηολογίω.
(2) Επισυνάπτεται τω εγγράφω της υποθήκης συμβόλαιον συναφθέν μεταξύ των μερών, όπερ αφορά εις ζητήματα σχετικά προς την υποθήκευσιν, περιλαμβανομένων των ακολούθων:
(α)του τρόπου πληρωμής του τόκου και της αποπληρωμής του κεφαλαίου·
(β) των ασφαλίσεων και ανανεώσεων αυτών, και της διαθέσεως του ασφαλιστικού ποσού·
(γ) των επί της εκμεταλλεύσεως του πλοίου περιορισμών·
(δ) του ορισμού του πταίσματος ως εκ του οποίου δύναται να ενασκηθώσιν εξουσίαι απορρέουσαι εκ τίνος νόμου, ή έτεραι τοιαύται·
(ε) των ενασκουμένων υπό του ενυποθήκου δανειστού εξουσιών, περιλαμβανομένης της εξουσίας προς ανάληψιν της κατοχής του πλοίου, ανάληψιν της διαχειρίσεως, και πώλησιν αυτού δί ιδιωτικής πράξεως:
Νοείται ότι-
(i) ο ενυπόθηκος δανειστής δεν κέκτηται εξουσίαν προς ανάληψιν της κατοχής του πλοίου, ανάληψιν της διαχειρίσεως ή πώλησιν αυτού δι' ιδιωτικής πράξεως, εκτός εάν ολόκληρον το πλοίον υπόκειται εις την υποθήκην·
(ii) η ανάληψις της διαχειρίσεως του πλοίου υπό του ενυποθήκου δανειστού παρέχει το δικαίωμα εις αυτόν όπως διενεργή πάσαν αναγκαίαν προς τούτο πράξιν· παν ποσόν εισπραττόμενον υπό του ενυποθήκου δανειστού διαρκούσης της διαχειρίσεως και εκμεταλλεύσεως του πλοίου, αφαιρουμένων των σχετικών δαπανών, καταλογίζεται εις το ποσόν του ενυποθήκου χρέους, άμα δε τη ολοσχερή εξοφλήσει του ενηποθήκου χρέους, η τοιαύτη διαχείρισις τερματίζεται·
(iii)γνωστοποίησις αφορώσα εις την τοιαύτην ανάληψιν διαχειρίσεως επιδίδεται τη Νηολογούση Αρχή·
(στ) περί παντός ετέρου παρεπομένου ή συναφούς ζητήματος.
(3) Αι υποθήκαι καταχωρούνται υπό της Νηολογούσης Αρχής καθ' ην χρονικήν τάξιν προσάγονται προς τούτο, διά πράξεως δε η τοιαύτη Αρχή σημειοί εφ' εκάστης το γεγονός της καταχωρήσεως ως και την ημέραν και την ώραν καθ' ην εχώρησεν αύτη.
(4)Ανεξαρτήτως παντός εν Μέρει VIII διαλαμβανομένου, πάσα υποθήκη συσταθείσα εκτός της Δημοκρατίας δύναται να κατατεθή παρά τω προξενικώ υπαλλήλω της Δημοκρατίας όστις, εάν πεισθή ότι αύτη είναι εν πλήρει τάξει και δεόντως συνεστημένη, τη καταβολή του προσήκοντος δικαιώματος γνωστοποιεί παραχρήμα εις την Νηολογούσαν Αρχήν την κατάθεσιν της υποθήκης παρέχων άπαντα τα αναγκαία στοιχεία, διαβιβάζει δε εις την τοιαύτην Αρχήν και εις πρώτην δοθείσαν ευκαιρίαν το συνιστούν την υποθήκην έγγραφον.
Άμα ως η Νηολογούσα Αρχή λάβη την γνωστοποίησιν περί της καταθέσεως, η υποθήκη λογίζεται καταχωρηθείσα αφ' ης ημέρας αύτη συνέστη, η δε Νηολογούσα Αρχή προβαίνει αναλόγως εις τας αναγκαίας εν τω Νηολογίω καταχωρήσεις.
(5) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουσιν επιπροσθέτως των διατάξεων του άρθρου 90(2)(στ) του περί Εταιρειών Νόμου, ας ουδόλως επηρεάζουν.