17.-(1) Διά την άσκησιν των δυνάμει του παρόντος Νόμου λειτουργιών της Τραπέζης διορίζονται, ως προνοείται εν τω παρόντι Νόμω, οι εκάστοτε αναγκαίοι αξιωματούχοι και υπάλληλοι.
(2) Ο διορισμός παντός αξιωματούχου ή υπαλλήλου της Τραπέζης γίνεται έναντι αντιμισθίας και υπό ετέρους όρους προβλεπομένους εις Κανονισμούς ή όρους υπηρεσίας γενομένους επί τούτω δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(3) Τηρουμένων οιωνδήποτε Κανονισμών γενομένων επί τούτω δυνάμει του παρόντος Νόμου, ουδείς δύναται να κατέχη οιανδήποτε θέσιν εις την Τράπεζαν εάν συγχρόνως-
(α) κατέχη οιανδήποτε θέσιν εις ετέραν τράπεζαν ή οικονομικόν ίδρυμα λειτουργούν εν τη Δημοκρατία˙
(β) κέκτηται οιονδήποτε οικονομικόν συμφέρον εις τοιαύτην τράπεζαν ή οικονομικόν ίδρυμα εάν δεν γνωστοποιήση τούτο και λάβη την άδειαν του Συμβουλίου:
Νοείται ότι το Συμβούλιον οφείλει να αρνηθή να παράσχη την χορήγησιν τοιαύτης αδείας εάν το συμφέρον όπερ ούτος κέκτηται είναι φύσεως τοιαύτης εξασφαλιζούσης έλεγχον.
(4) Έκαστος Σύμβουλος, αξιωματούχος ή υπάλληλος της Τραπέζης έχει υποχρέωσιν προς τήρησιν του απορρήτου, διά τους σκοπούς δε του Ποινικού Κώδικος θεωρείται ως ανήκων εις την δημοσίαν υπηρεσίαν αι δε διατάξεις του περί Προστασίας Δημοσίων Υπαλλήλων Νόμου εφαρμόζονται επ’ αυτών ως εάν ούτοι ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εν εκάστη περιπτώσει καθοριζομένων υπό του Συμβουλίου όρων υπηρεσίας, δύνανται να προσληφθώσι τοιαύτα πρόσωπα διά την άσκησιν τοιούτων ειδικών λειτουργιών ως αι εκάστοτε καθοριζόμεναι εις την σύμβασιν εργασίας.