47. Εάν οιοσδήποτε αξιωματούχος, μέλος ή έτερον πρόσωπον, όπερ είναι ή ήθελε παραστήσει εαυτόν ως μέλος συντεχνίας εγγεγραμμένης δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή ο αντιπρόσωπος, εκτελεστής, διαχειριστής ή εκδοχεύς μέλους τοιαύτης συντεχνίας, ή έτερον τι πρόσωπον διά ψευδών παραστάσεων ή απάτης λάβη υπό την κατοχήν αυτού χρήματα, χρεώγραφα, βιβλία, έγγραφα ή έτερα περιουσιακά στοιχεία ανήκοντα εις την συντεχνίαν, ή έχον τα άνω εν τη κατοχή αυτού, εσκεμμένως κατακρατήση ή δολίως προβή εις κακήν χρήσιν τούτων, ή εσκεμμένως χρησιμοποιήση οιονδήποτε μέρος τούτων διά σκοπούς ετέρους ή τους ρητώς προβλεπομένους εν τω καταστατικώ της συντεχνίας, οιοσδήποτε Δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου δύναται, κατόπιν εγκλήσεως, ασκουμένης υφ’ οιουδήποτε προσώπου εκ μέρους της συντεχνίας ή υπό του Εφόρου, να διατάξη μετά συνοπτικήν εκδίκασιν της υποθέσεως τούτο όπως παραδώση τα άνω εις την συντεχνίαν, ή επιστρέψη το κακώς χρησιμοποιηθέν χρηματικόν ποσόν, προσέτι δε κατά το δοκούν να διατάξη καταβολήν περαιτέρω ποσού μη υπερβαίνοντος τας εκατόν λίρας ομού μετά εξόδων μέχρι δέκα λιρών~ εάν δε ο ούτω ευρεθείς ένοχος παραλείψη να συμμορφωθή προς τα ούτω διαταχθέντα, ο δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου δύναται να διατάξη την φυλάκισιν αυτού διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος:
Νοείται ότι-
(α) ουδέν των εν τω παρόντι διαλαμβανομένων παρακωλύει την υπό της συντεχνίας λήψιν ετέρων μέτρων εναντίον των ως άνω προσώπων~ και
(β) ουδέν έτερον μέτρον δύναται να ληφθή εναντίον οιουδήποτε των ως άνω προσώπων καταδικασθέντος ήδη διά το αυτό αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.