50.-(1) Δεν είναι νόμιμον-
(α) να εξαρτάται η πρόσληψις εργάτου εκ του όρου ότι ούτος δεν θα καταστή μέλος συντεχνίας, ή ότι ούτος θα απαλλαγή της ιδιότητος αυτού ως μέλους συντεχνίας~ ή
(β) να προκαλήται η απόλυσις ή άλλως πως δυσμενής διάκρισις εργάτου, επί τω λόγω ότι ούτος είναι μέλος συντεχνίας, ή ότι μετέχει εις τας δραστηριότητας συντεχνίας εκτός των ωρών εργασίας ή, τη συναινέσει του εργοδότου, εντός των ωρών εργασίας.
(2) Αι άνω διατάξεις ουδόλως περιορίζουσι το δικαίωμα του εργοδότου όπως προσλαμβάνη εργάτας της εκλογής του, ανεξαρτήτως του εάν ούτοι είναι ή μη μέλη συντεχνίας τινός.
(3) Πας όστις παραβαίνει τας διατάξεις του εδαφίου (1), ως και πας όστις, είτε δι’ ίδιον λογαριασμόν είτε διά τινα συντεχνίαν ή εργοδότην, και είτε πράττει ούτω επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς ή μη, εξαναγκάζει, πείθει ή παροτρύνει, ή πειράται να εξαναγκάση, πείση ή παροτρύνη οιονδήποτε εργοδότην όπως παραβή τας διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
(4) Εν η περιπτώσει το παραβαίνον τας διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου πρόσωπον είναι νομικόν τοιούτον, πας διευθυντής, διευθύνων σύμβουλος, γραμματεύς ή έτερος αξιωματούχος του νομικού προσώπου, όστις εν γνώσει του γεγονότος εξουσιοδοτεί ή επιτρέπει την τοιαύτην παράβασιν, είναι ένοχος του αυτού αδικήματος και υπόκειται εις την αυτήν ποινήν ως και το νομικόν πρόσωπον.