53. Πας όστις-
(α) παραβαίνει τας διατάξεις των άρθρων 47 ή 48·
(β) παραβαίνει ή δεν συμμορφούται προς τους όρους εξουσιοδοτήσεως παρασχεθείσης υπό του Συμβουλίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου· ή
(γ) παραβαίνει ή άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε υποχρέωσιν, εντολήν, κανονισμόν, ή διάταγμα γενόμενον υπό του Συμβουλίου συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 28· ή
(δ) άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε απαίτησιν γενομένην υπό του Συμβουλίου ή υποχρέωσιν επιβληθείσαν υπ’ αυτού συμφώνως τω άρθρω 29, ή συμμορφούμενος προς τούτο προβαίνει εις δήλωσιν ήτις εν γνώσει του είναι ψευδής εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον ή εκ βαρείας αμελείας προβαίνει εις δήλωσιν ψευδή εν τινι ουσιώδει αυτής στοιχείω· ή
(ε) δολίως προβαίνει εις ψευδή καταχώρησιν εν οιωδήποτε αρχείω τηρουμένω συμφώνως προς οιανδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου, ή συμφώνως τοις εν τοις ανωτέρω προσάγει έγγραφον εν γνώσει αυτού διαλαμβάνον εγγραφήν ψευδή εν τινι ουσιώδει αυτής στοιχείω, ή εκ βαρείας αμελείας προσάγει έγγραφον διαλαμβάνον τοιαύτην εγγραφήν· ή
(στ) παρενοχλεί ή παρακωλύει οιονδήποτε πρόσωπον προσηκόντως εξουσιοδοτημένον υπό του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 30,
είναι ένοχος αδικήματος.