161 .-(1) Εάν, πριν ή εισαχθέντα εμπορεύματα παραδοθώσιν εκ του τελωνειακού ελέγχου, αναφυή οιαδήποτε διαφορά καθ' όσον αφορά εις το εάν οφείλεται επ' αυτών οιοσδήποτε δασμός ή το ποσόν τούτου, ο εισαγωγεύς οφείλει να καταβάλη το αιτούμενον υπό του αρμοδίου λειτουργού ποσόν, δύναται όμως εντός τριών μηνών το βραδύτερον από της πληρωμής-
(α)εάν μεν η διαφορά αφορά εις την αξίαν των εμπορευμάτων, να απαιτήση όπως το ζήτημα παραπεμφθή εις την διαιτησίαν προσώπου, διοριζομένου υπό Δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και μη τελούντος εν τη υπηρεσία οιουδήποτε Κυβερνητικού Τμήματος, ούτινος η απόφασις είναι τελειωτική και ανέκκλητος· ή
(β) εν πάση ετέρα περιπτώσει να υποβάλη αίτησιν τω αρμοδίω δικαστηρίω δι' απόφασιν αυτού περί το ποσόν του τυχόν κατά νόμον πληρωτέου επί των εμπορευμάτων δασμού.
(2) Εάν επί τη τοιαύτη αιτήσει προς παραπομπήν της διαφοράς εις διαιτησίαν ή εκδίκασιν υπό του Δικαστηρίου, ο διαιτητής ή το δικαστήριον αποφασίση ότι ουδείς δασμός οφείλεται ή ότι οφείλεται ποσόν έλασσον του ήδη καταβληθέντος αναφορικώς προς τα εμπορεύματα, ο Διευθυντής επιστρέφει το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσόν ομού μετά τόκου επ' αυτού από της ημερομηνίας της αχρεωστήτως γενομένης πληρωμής του ποσοστού του τόκου καθοριζομένου ωσαύτως υπό του διαιτητού ή δικαστηρίου· το ούτω επιστρεφόμενον ως αχρεωστήτως καταβληθέν ποσόν λαμβάνεται υπό του εισαγωγέως προς ικανοποίησιν πάσης αξιώσεως αυτού, καθ' όσον αφορά εις την εισαγωγήν των ειρημένων εμπορευμάτων και τον επ' αυτών πληρωτέον δασμόν ως και πάσαν συναφή προς την διαφοράν αποζημίωσιν ή δαπάνην, εξαιρουμένων των εξόδων της διαιτητικής ή δικαστικής διαδικασίας.
(3) Η διαδικασία, η διέπουσα αίτησιν παραπομπής εις διαιτησίαν δυνάμει του παρόντος άρθρου, καθορίζεται υπό του διαιτητού.