49.-(1) Εάν οιαδήποτε εμπορεύματα-
(α)εξαχθώσιν ή φορτωθώσιν ως εφόδια· ή
(β)αχθώσιν εν οιωδήποτε τόπω εν τη Δημοκρατία επί τω τέλει εξαγωγής ή φορτώσεως αυτών ως εφοδίων,
και η εξαγωγή ή φόρτωσις αυτών αντίκειται εις απαγορευτικήν διάταξιν ή περιορισμόν, εκάστοτε τελούντα εν ισχύϊ αναφορικώς προς τα τοιαύτα εμπορεύματα δυνάμει νομοθετικής τίνος πράξεως, τα εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν και ο εξαγωγεύς ή ο σκοπών την εξαγωγήν τούτων ως και ο αντιπρόσωπος αυτού, όστις ήθελεν ενέχεται εις την εξαγωγήν ή φόρτωσιν ή την σκοπουμένην εξαγωγήν ή φόρτωσιν, είναι εις έκαστος ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών.
(2) Πας όστις εν γνώσει αυτού ενέχεται εις την εξαγωγήν εμπορευμάτων ή την φόρτωσιν αυτών ως εφοδίων ή εις απόπειραν τοιαύτης εξαγωγής ή φορτώσεως, έχων ως πρόθεσιν την καταστρατήγησιν απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού ως εν τοις ανωτέρω, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £1500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
(3) Εάν δυνάμει περιορισμού ως εν τοις ανωτέρω επιτρέπεται η εξαγωγή εμπορευμάτων μόνον εφ' όσον ταύτα αποστέλλονται εις ωρισμένον τόπον ή πρόσωπον και τα εμπορεύματα αποσταλώσι και παραδοθώσιν εις έτερον τόπον ή πρόσωπον, το πλοίον ή αεροσκάφος εν ω εγένετο η εξαγωγή υπόκειται εις δήμευσιν, εκτός εάν αποδειχθή τω Διευθυντή ότι τόσον ο πλοιοκτήτης ή ο κύριος του αεροσκάφους όσον και ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης του αεροσκάφους έλαβον παν ευλόγως αναγκαίον μέτρον, ίνα εξασφαλισθή παράδοσις των εμπορευμάτων εις το ειδικόν μέρος ή πρόσωπον, εις ο έδει να αποσταλώσι και ουδόλως συνήργησαν ή συνήνεσαν, ειμή κατόπιν εξαναγκασμού, εις την παράδοσιν των εμπορευμάτων εις το έτερον τούτο μέρος ή πρόσωπον.
(4) Αι εν τω παρόντι άρθρω προβλεπόμενοι χρηματικαί ποιναί δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής εν περιπτώσει αδικήματος, δι' ο ρητώς προβλέπεται ετέρα χρηματική ποινή εν τη νομοθετική ή διοικητική πράξει, εν η προνοείται η ειρημένη απαγόρευσις ή περιορισμός.