31.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οιουδήποτε ετέρου νομοθετήματος αφορώντος εις τα τελωνεία, καθ' όσον αφορά εις εμπορεύματα κατασκευασθέντα ή παραχθέντα εν τη Δημοκρατία, άτινα εξαχθέντα εκ της Δημοκρατίας είτα επανεισάγονται εντός τριών ετών, θα τυγχάνωσιν εφαρμογής αι εν τοις εφεξής διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Εάν-
(α) τα εμπορεύματα κατά την ημερομηνίαν της επανεισαγωγής των δεν υπόκεινται εις τινα φόρον καταναλώσεως· και
(β)αποδειχθή επαρκώς τω Διευθυντή ότι από της εξαγωγής των ουδεμίαν υπέστησαν επεξεργασίαν εν τη αλλοδαπή,
τα εμπορεύματα δύνανται επί τη επανεισαγωγή των να παραδοθώσιν εις εσωτερικήν κατανάλωσιν, άνευ της καταβολής οιουδήποτε δασμού.
(3) Εάν τα εμπορεύματα κατά την ημερομηνίαν της επανεισαγωγής των υπόκεινται εις τινα φόρον καταναλώσεως, δυνατόν επί τη επανεισαγωγή των να παραδοθώσιν εις εσωτερικήν κατανάλωσιν άνευ της καταβολής δασμού, εάν αποδειχθή επαρκώς τω Διευθυντή ότι-
(α)κατά την ημερομηνίαν της εξαγωγής των ταύτα δεν υπέκειντο εις την καταβολήν φόρου τίνος καταναλώσεως ή, εφ' όσον υπέκειντο, ότι κατεβλήθη ο αναλογών αυτοίς φόρος καταναλώσεως προ της εξαγωγής των· και
(β) επί τη εξαγωγή των δεν επεστράφη ο καταβληθείς επ' αυτών φόρος καταναλώσεως ή ότι επιστραφείς κατεβλήθη εκ νέου τω Δημοσίω Ταμείω· και
(γ) ότι τα εμπορεύματα ουδεμίαν υπέστησαν από της εξαγωγής των επεξεργασίαν εν τη αλλοδαπή.
(4) Εάν τα εμπορεύματα τόσον κατά την επανεισαγωγήν των όσον και κατά την εξαγωγήν των υπέκειντο εις τινα φόρον καταναλώσεως, εξήχθησαν όμως άνευ της καταβολής του αναλογούντος αυτοίς φόρου εκ τίνος αποθήκης αποταμιεύσεως ή εκ του τόπου της κατασκευής ή παραγωγής των, τότε, εφ' όσον αποδειχθή επαρκώς τω Διευθυντή ότι από της εξαγωγής των ουδεμίαν υπέστησαν επεξεργασίαν εν τη αλλοδαπή, τα εμπορεύματα δύνανται επί τη επανεισαγωγή των-
(α)εφ' όσον εν τη κατατεθείση διασαφήσει δηλούνται ότι προορίζονται δι' εσωτερικήν κατανάλωσιν, να παραδοθώσιν άνευ της καταβολής οιουδήποτε τελωνειακού δασμού, επί τη πληρωμή ποσού ίσου προς τον φόρον καταναλώσεως, τον κρατούντα κατά την ημέραν της επανεισαγωγής των· ή
(β) τηρουμένων των όρων και περιορισμών, ους ο Διευθυντής ήθελεν εν εκάστη περιπτώσει επιβάλει, να μεταφερθώσιν, άνευ της καταβολής οιουδήποτε δασμού ή φόρου, εν τινι αποθήκη αποταμιεύσεως ή, αναλόγως της περιπτώσεως, να επιστραφώσιν εκ νέου εις τον τόπον της κατασκευής ή παραγωγής των.
(5) Το παρόν άρθρον δεν τυγχάνει εφαρμογής επί εμπορευμάτων, εις την κατασκευήν ή παρασκευήν των οποίων εχρησιμοποιήθη οιονδήποτε εισαχθέν είδος όπερ, εάν εισήγετο κατά την ημερομηνίαν της επανεισαγωγής των τοιούτων εμπορευμάτων, θα υπέκειτο εις την καταβολήν τελωνειακού δασμού, εκτός εάν αποδειχθή επαρκώς τω Διευθυντή ότι-
(α)εις ουδένα τελωνειακόν δασμόν υπέκειτο το είδος τούτο κατά την ημερομηνίαν της αρχικής αυτού εισαγωγής ή ότι κατεβλήθη ο τυχόν οφειλόμενος δασμός· και
(β)δεν επεστράφη ο καταβληθείς εισαγωγικός δασμός επί τη εξαγωγή των εμπορευμάτων ή ότι επιστραφείς κατεβλήθη εκ νέου τω Δημοσίω Ταμείω.
(6) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εξουσιοδοτεί την παράδοσιν προς εσωτερικήν κατανάλωσιν εμπορευμάτων μη άλλως δυναμένων κατά νόμον να χρησιμοποιηθώσι προς τούτο.
(7) Εν τω παρόντι άρθρω οι ακόλουθοι όροι κέκτηνται αντιστοίχως την εν τοις εφεξής έννοιαν-
''εμπορεύματα υποκείμενα εις φόρον καταναλώσεως" σημαίνει εμπορεύματα-
(α) κλάσεως ή κατηγορίας υποκειμένης κατά δεδομένον χρόνον εις τινα φόρον καταναλώσεως, εφ' όσον ήθελον κατασκευασθή ή παραχθή εν τη Δημοκρατία κατά τον εν λόγω χρόνον ή εφ' όσον ήθελον εξέλθει του οικήματος του κατασκευαστού προς χρήσιν εν τη Δημοκρατία κατά τον εν λόγω χρόνον· ή
(β) εν τη κατασκευή ή παρασκευή των οποίων εχρησιμοποιήθησαν εμπορεύματα τοιαύτης κλάσεως ή κατηγορίας.
"φόρος καταναλώσεως" σημαίνει τον φόρον εις ον υπόκεινται ή εις δεδομένον χρόνον υπέκειντο εμπορεύματα υποκείμενα εις φόρον καταναλώσεως.