15.-(1) Η επιτροπή εκτιμήσεως ενεργεί τας εκτιμήσεις πάσης ιδιοκτησίας εντός της περιοχής της επιλεγομένης υπό του Συνεταιρισμού καθ’ υπόδειξιν της Επιτροπής.
(2) Κατά τας εκτιμήσεις η επιτροπή εκτιμήσεως ακολουθεί κατά το δυνατόν και τηρουμένων των αναλογιών τας αρχάς τας προβλεπομένας υπό του άρθρου 10 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η προπαρασκευή σχεδίου νέων οδών ή η κατασκευή νέων οδών επί τω σκοπώ της προαγωγής μέτρων ενοποιήσεως και αναδιανομής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Μετά τη συμπλήρωση των εκτιμήσεων, η επιτροπή εκτιμήσεως καταρτίζει και δημοσιεύει κατάλογο στον οποίο αναφέρεται η αξία κάθε ιδιοκτησίας καθώς και χάρτη που δεικνύει την επηρεαζόμενη περιοχή υποδιαιρεμένη σε κατηγορίες αξιών. Οποιοσδήποτε ιδιοκτήτης εντός της περιοχής αναδασμού ενδιαφερόμενος για οποιαδήποτε ιδιοκτησία, μπορεί, μέσα σε είκοσι μία ημέρες από τη δημοσίευση του καταλόγου, να υποβάλει αιτιολογημένη ένσταση προς την επιτροπή εκτιμήσεως. Η επιτροπή εκτιμήσεως εξετάζει όλες τις ενστάσεις και αφού γνωστοποιήσει τις αποφάσεις της στους ενισταμένους δημοσιεύει τον τυχόν τροποποιηθέντα κατάλογο και τυχόν τροποποιηθέντα χάρτη. Οποιοσδήποτε επηρεαζόμενος από απόφαση της επιτροπής μπορεί, μέσα σε είκοσι μία ημέρες από τη γνωστοποίηση της απόφασης σ’ αυτόν, να την εφεσιβάλει στο Δικαστήριο.
(4) Αν μεταγενέστερα, αλλά πριν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 26, η Επιτροπή κρίνει ότι έχει διαφοροποιηθεί η αξία ορισμένων ή και όλων των ιδιοκτησιών, μπορεί να ζητήσει από την επιτροπή εκτιμήσεως να εξετάσει το θέμα και να αναθεωρήσει την αξία τους αν η επιτροπή εκτιμήσεως το κρίνει ως αιτιολογημένο. Σε τέτοια περίπτωση θα ακολουθείται η διαδικασία και οι αρχές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.