6.-(1) Ανεξαρτήτως παντός διαλαμβανομένου εν οιωδήποτε νόμω ή συμβολαίω, ουδεμία πώλησις διά δημοσίου πλειστηριασμού ακινήτου ιδιοκτησίας η αξία της οποίας επηρεάσθη ουσιωδώς λόγω του ότι αύτη κείται εν περιοχή, ή γειτνιάζει προς περιοχήν, ένθα υφίστανται αι από της 21ης Δεκεμβρίου 1963, δημιουργηθείσαι συνθήκαι, διεξάγεται συνεπεία και βάσει συμβάσεως ενοικιαγοράς της ειρημένης ακινήτου ιδιοκτησίας, ειμή μόνον συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου και ως εάν επρόκειτο περί αναγκαστικής πωλήσεως δυνάμει του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.
(2) Το επιθυμούν την διεξαγωγήν πωλήσεως ως εν τοις ανωτέρω συμβαλλόμενον μέρος της συμβάσεως ενοικιαγοράς υποβάλλει αίτησιν προς διεξαγωγήν της πωλήσεως εις τον Διευθυντήν, όστις έχει επί του προκειμένου την αυτήν διακριτικήν εξουσίαν ως η εν τω εδαφίω (3) του άρθρου 5 διαλαμβανομένη.
(3) Οσάκις ο Διευθυντής, ενασκών την υπό του εδαφίου (2) χορηγουμένην αυτώ διακριτικήν εξουσίαν, ορίζη την διά δημοσίου πλειστηριασμού διεξαγωγήν της πωλήσεως-
(α) η πώλησις διεξάγεται υπό ή μέσω του αρμοδίου Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου και, τηρουμένων των αναλογιών, συμφώνως προς τας διατάξεις των Κανονισμών Πωλήσεως·
(β) προ της διεξαγωγής της πωλήσεως εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, αι διατάξεις του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Περιορισμός Πωλήσεων) Νόμου ερμηνευόμεναι και εφαρμοζόμεναι συμφώνως προς τας εν τω εδαφίω (4) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου εκτιθεμένας τροποποιήσεις και αναπροσαρμογάς ·
(γ) μετά την διεξαγωγήν της πωλήσεως εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, αι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου.
(4) Τη αιτήσει οιουδήποτε ενδιαφερομένου, εν περιπτώσει αμφιβολίας, ο Διευθυντής κρίνει εάν, διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η αξία ακινήτου τινός ιδιοκτησίας επηρεάσθη ουσιωδώς λόγω του ότι αύτη κείται εν περιοχή, ή γειτνιάζει προς περιοχήν, ένθα υφίστανται αι από της 21ης Δεκεμβρίου 1963, δημιουργηθείσαι συνθήκαι.