16. Πας όστις, μετά δολίας προθέσεως-
(α) πλαστογραφεί, παραποιεί ή αλλοιοί οιανδήποτε άδειαν, πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον, εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών ή
(β) χρησιμοποιεί ή επιτρέπει να χρησιμοποιηθή παρ’ οιουδήποτε ετέρου προσώπου, άδεια, πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον ούτω πλαστογραφηθέν, παραποιηθέν ή αλλοιωθέν0 ή
(γ) παραχωρεί προς έτερον ή λαμβάνει παρ’ ετέρου άδειαν, πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον ούτω πλαστογραφηθέν, παραποιηθέν ή αλλοιωθέν ή
(δ) κατασκευάζει ή έχει εν τη κατοχή αυτού οιονδήποτε έγγραφον τοσούτον προσομοιάζον προς άδειαν, πιστοποιητικόν ή έγγραφον εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών, ώστε να δύναται να εξαπατήση περί της αληθούς αυτού φύσεως ή
(ε) εκδίδει οιανδήποτε άδειαν, πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον κατά νόμον εκδιδόμενον δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα τρία έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας ,1500 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.