3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) οσάκις Δικαστήριον επιβάλλη ποινήν φυλακίσεως μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη, τούτο δύναται να διατάξη όπως η ποινή μη εκτελεσθή εκτός εάν, διαρκούσης της εν τω διατάγματι οριζομένης τριετούς περιόδου από της ημέρας της εκδόσεως του διατάγματος (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένης ως "περίοδος εφαρμογής του διατάγματος"), ο καταδικασθείς ήθελε διαπράξει έτερον αδίκημα τιμωρούμενον διά φυλακίσεως και μετά την τοιαύτην διάπραξιν Δικαστήριον ήθελε διατάξει συμφώνως προς το άρθρον 4 όπως η αρχική ποινή εκτελεσθή.
(2) Το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορούμενου.
(3) Το αναστέλλον την εκτέλεσιν της ποινής φυλακίσεως συμφώνως προς το εδάφιον (1) Δικαστήριον δεν εκδίδει, βάσει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ περί Κηδεμονίας Αδικοπραγούντων Νόμου, διάταγμα κηδεμονίας του προσώπου δι' ο εξεδόθη το διάταγμα αναστολής δι' έτερον υπ' αυτού διαπραχθέν και υπό του Δικαστηρίου εκδικαζόμενον αδίκημα.
(4) Επί τη εκδόσει διατάγματος αναστολής δυνάμει του παρόντος άρθρου το Δικαστήριον εξηγεί εις απλήν γλώσσαν εις τον καταδικασθέντα τας συνεπείας δυνάμει του άρθρου 4 της υπ' αυτού διαπράξεως κατά την περίοδον της εφαρμογής του διατάγματος ετέρου αδικήματος τιμωρουμένου διά φυλακίσεως.
(5) Τηρουμένης οιασδήποτε αντιθέτου διατάξεως εν τω παρόντι ή εν οιωδήποτε ετέρω Νόμω ή δευτερογενεί νομοθεσία-
(α)ανασταλείσα ποινή ήτις δεν εξετελέσθη δυνάμει του άρθρου 4 θα θεωρήται ως ποινή φυλακίσεως διά τους σκοπούς οιουδήποτε νομοθετήματος πλην του προνοούντος διά το ασυμβίβαστον ή απώλειαν αξιώματος ή απώλειαν του δικαιώματος συντάξεως προσώπου καταδικασθέντος εις φυλάκισιν·
(β) οσάκις ανασταλείσα ποινή εξετελέσθη δυνάμει του άρθρου 4 ο καταδικασθείς θα θεωρήται διά τους σκοπούς των εν τη προηγουμένη παραγράφω εξαιρουμένων νομοθετημάτων ως καταδικασθείς κατά την ημέραν καθ' ην η περίοδος προς καταχώρησιν εφέσεως κατά της καταδίκης δυνάμει του προειρημένου άρθρου εξέπνευσε, ή, εν η περιπτώσει κατεχωρίσθη τοιαύτη έφεσις, από της ημέρας αφ' ης η έφεσις τελικώς απεφασίσθη ή εγκατελείφθη.