5B.-(1) Πρόσωπο, το οποίο έχει υποβάλει φορολογική δήλωση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να υποβάλει αναθεωρημένη δήλωση για ένα φορολογικό έτος μόνο, εντός τριών (3) ετών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής φορολογικής δήλωσης για το εν λόγω φορολογικό έτος, με τη χρήση εντύπου ή ηλεκτρονικού ή άλλου μέσου που εγκρίνει ο Έφορος Φορολογίας.
(2) Πρόσωπο, το οποίο υποβάλλει αναθεωρημένη δήλωση, καταβάλλει εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής αυτής οποιονδήποτε επιπρόσθετο οφειλόμενο φόρο προκύπτει.
(3) Η φορολογική δήλωση δύναται να αναθεωρηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, νοουμένου ότι η αναθεώρηση-
(α) προκύπτει λόγω αιτούμενης έκπτωσης, πίστωσης, αφαίρεσης ή ελά-φρυνσης που προβλέπεται σε νόμο. ή
(β) είναι αναγκαία για διόρθωση λάθους ή σφάλματος. ή
(γ) είναι αναγκαία για σκοπούς συνοχής με τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου δυνάμει του οποίου επιβάλλεται φόρος.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρόσωπο δεν δύναται να υποβάλει αναθεωρημένη δήλωση κατά τη διενέργεια εξέτασης ή ελέγχου από το Τμήμα Φορολογίας, περιλαμβανομένων του επιτόπιου ελέγχου και της διερεύνησης των φορολογικών υποθέσεών του.
(5) Αναθεωρημένες δηλώσεις που αναφέρονται σε φορολογικό έτος για το οποίο έχει παρέλθει η προθεσμία που καθορίζεται στο εδάφιο (1), θεωρούνται εγκύρως υποβληθείσες εάν υποβληθούν εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2020.