30.-(1) Κάθε πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (α), (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (α), (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, οφείλει όπως για κάθε φορολογικός έτος:
(α) Εκδίδει τιμολόγια και αποδείξεις σχετικά με τις συναλλαγές και εισπράξεις του, όπως καθορίζεται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και δημοσιεύονται στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
(β) τηρεί λογιστικά βιβλία και αρχεία, με βάση τα οποία ετοιμάζει λογαριασμούς σύμφωνα με αποδεκτές λογιστικές αρχές, οι οποίοι ελέγχονται ή επισκοπούνται σύμφωνα με αποδεκτές ελεγκτικές αρχές, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, από πρόσωπο που έχει άδεια να διοριστεί ελεγκτής εταιρείας σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο:
(i) το οποίο δεν ασκεί επιχείρηση, εξαιρείται από τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου·
(ii) το οποίο ασκεί επιχείρηση και-
(αα) του οποίου το σύνολο του ετήσιου κύκλου εργασιών και οποιουδήποτε άλλου μεικτού εισοδήματος αποκτάται από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου δεν υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (€70.000) εξαιρείται από την υποχρέωση για ετοιμασία λογαριασμών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου·
(ββ) του οποίου το σύνολο του ετήσιου κύκλου εργασιών και οποιουδήποτε άλλου μεικτού εισοδήματος αποκτάται από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (€70.000), αλλά δεν υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (€200.000) και το σύνολο του ισολογισμού, ήτοι η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού, δεν υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000) κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις, δύναται να υποβάλλει τους λογαριασμούς του σε επισκόπηση·
(γγ) το οποίο δεν εμπίπτει στις πρόνοιες των υποπαραγράφων (αα) ή (ββ) της παραγράφου (ii) της παρούσας επιφύλαξης, υποβάλλει τους λογαριασμούς του σε έλεγχο.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει και συνεταιρισμό.
(2) Τα τoιαύτα βιβλία και αρχεία θα διατηρώvται διά περίoδov τoυλάχιστov έξι (6) ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρονται, εκτός εάv o Διευθυvτής έχη ειδoπoιήσει τo εvδιαφερόμεvov πρόσωπov περί τoυ αvτιθέτoυ.
(3) Ο Διευθυντής έχει το δικαίωμα, εντός επτά ετών περιλαμβανομένου και του τρέχοντος έτους, να προβαίνει οποτεδήποτε:
(α) Σε εξέταση και έλεγχο, περιλαμβανομένου και επιτοπίου ελέγχου, όλων των λογιστικών βιβλίων και αρχείων, τιμολογίων ή αποδείξεων και ελεγμένων ή επισκοπημένων λογαριασμών, τα οποία τηρούνται δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται δε να λάβει μαζί του περικοπές ή αντίγραφο τούτων· και
(β) σε επιτόπιο έλεγχο για σκοπούς εξακρίβωσης της τήρησης της υποχρέωσης έκδοσης των τιμολογίων και αποδείξεων σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(4) Για σκοπούς άσκησης οποιωνδήποτε εξουσιών παρέχονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας δύναται σε οποιονδήποτε εύλογο χρόνο να εισέρχεται και να επιθεωρεί οποιαδήποτε επαγγελματική στέγη, εγκαταστάσεις, οικοδομή, υποστατικό, χώρο, τόπο, που χρησιμοποιούνται σε σχέση με την άσκηση επιχείρησης, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε αγαθών και εγγράφων που ευρίσκονται σε αυτά, νοουμένου ότι η επιχείρηση η οποία στεγάζεται σε αυτά βρίσκεται σε ώρες κανονικής λειτουργίας της:
(5) Πρόσωπο, το οποίο δυνάμει του εδαφίου (1) τηρεί βιβλία και αρχεία οφείλει να ενημερώνει αυτά, το αργότερο μέχρι το τέλος του τέταρτου μήνα που ακολουθεί το μήνα, εντός του οποίου γίνονται οι συναλλαγές της επιχείρησης αυτού.
(6) Η έκδοση τιμολογίων επιχείρησης γίνεται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία από την οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή ή μέσα σε μεγαλύτερη περίοδο που μπορεί να επιτρέψει ο Διευθυντής με γραπτή ειδοποίηση προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, μετά από υποβολή σ’αυτόν σχετικού αιτήματος.
(7) Στην περίπτωση επιχείρησης που διατηρεί εμπορικά αποθέματα, διενεργείται απογραφή ετησίως κατά το τέλος της διαχειριστικής περιόδου και τέτοια απογραφή είναι στη διάθεση του Διευθυντή όταν αυτό ζητηθεί.