Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“εισφορά” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του 2010 έως (Αρ. 4) του 2012, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

“εξομιούμενη ασφάλιση” έχει την ίδια έννοια που αποδίδεται στον όρο “εξομοιούμενες ασφαλιστέες αποδοχές” από το άρθρο 2 των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του 2010 έως (Αρ. 4) του 2012, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

“ιατρική υπηρεσία” σημαίνει υπηρεσίαν παρεχομένην υπό Ιατρικών Λειτουργών είτε εις ιατρικά ιδρύματα ή οπουδήποτε αλλού·

“ιατρικόν ίδρυμα” σημαίνει κυβερνητικόν ιατρικόν ίδρυμα καθιδρυθέν διά την διάγνωσιν ασθενειών και παθήσεων ή και την νοσηλείαν ασθενών·

“Ιατρικός Λειτουργός” σημαίνει ιατρόν εν τη υπηρεσία της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει Οδοντιατρικόν Λειτουργόν·

“μονογονεϊκή οικογένεια” σημαίνει την οικογένεια, στην οποία ένας γονέας χωρίς σύζυγο/συμβίο οποιουδήποτε φύλου, ζει με ένα τουλάχιστο εξαρτώμενο τέκνο, που αποκτήθηκε είτε από γάμο είτε εκτός γάμου και που διαβιεί μόνος, λόγω του ότι είναι άγαμος γονέας, χήρος, διαζευγμένος ή διότι ένας από τους δύο γονείς έχει κηρυχθεί σε αφάνεια από το δικαστήριο·

“νοσοκομειακή νοσηλεία ή υπηρεσία” σημαίνει νοσηλείαν ή υπηρεσίαν παρεχομένην υπό κυβερνητικού νοσοκόμου ή μαίας εν οιωδήποτε ιατρικώ ιδρύματι ή οπουδήποτε αλλού·

“παροχή” σημαίνει οποιαδήποτε δωρεάν ή μειωμένου κόστους υπηρεσία, που παρέχεται σύμφωνα με τους περί Κυβερνητικών Ιατρικών Ιδρυμάτων και Υπηρεσιών Γενικούς Κανονισμούς του 2000 έως 2013, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, σε άτομα που καθορίζονται στις υποπαραγράφους (α) και (β) της παραγράφου (1) του Κανονισμού 3, καθώς και υπηρεσία που παρέχεται σύμφωνα με τις υποπαραγράφους (η) και (θ) της παραγράφου (1) του Κανονισμού 8 και την παράγραφο (5) του Κανονισμού 9 των εν λόγω κανονισμών·

“περιοχές που ελέγχονται από τη Δημοκρατία” σημαίνει τις περιοχές της Δημοκρατίας, όπου οι αρχές της Δημοκρατίας ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο·

“τεχνικός υπάλληλος” σημαίνει υπάλληλον έτερον ή Ιατρικόν Λειτουργόν εργαζόμενον εις νοσοκομειακόν εργαστήριον οιουδήποτε ιατρικού ιδρύματος.