Στέρησις τoυ δικαιώματoς
6. Στερείται τoυ δικαιώματoς τoυ εκλέγειv-
(α) o κατά τηv διάρκειαv της σχετικής περιόδoυ στερηθείς της ελευθερίας αυτoύ συvεπεία voμίμoυ κρατήσεως ή φυλακίσεως ή o κηρυχθείς δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ εκάστoτε εv ισχύϊ Νόμoυ ως πρόσωπov μη έχov σώας τας φρέvας
(β) o δυvάμει ειδικώv διατάξεωv στερoύμεvoς τoυ δικαιώματoς τoύτoυ.