13.-(1) Εν η περιπτώσει ο Υπουργός έχει λόγους να πιστεύη ότι επιβάλλεται η διερεύνησις των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου, ούτος δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου, να συστήση ερευνητικήν επιτροπήν, συγκειμένην εξ ενός ή πλειόνων προσώπων, ίνα προβή εις την διερεύνησιν συγκεκριμένου τινός θέματος και εις την υποβολήν των επί τούτω πορισμάτων αυτής δι’ εγγράφου εκθέσεως προς τον Υπουργόν.
(2) Διά την τελεσφόρον άσκησιν της τοιαύτης ερεύνης, η ως άνω ερευνητική επιτροπή κέκτηται και δύναται να ενασκή απάσας τας εξουσίας, ας κέκτηται και ασκεί Ερευνητική Επιτροπή διοριζομένη βάσει των διατάξεων του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου ή παντός ετέρου Νόμου αντικαθιστώντος αυτόν.
(3) Ο Υπουργός διαβιβάζει την έκθεσιν της Επιτροπής προς το Υπουργικόν Συμβούλιον, συνυποβάλλων προς τούτοις και τας επί τούτω συστάσεις αυτού, το δε Υπουργικόν Συμβούλιον εκδίδει οδηγίας ως ήθελε κρίνει πρέπον.
(4) Εν η περιπτώσει το Συμβούλιον ήθελε παραλείψει να συμμορφωθή προς οιασδήποτε οδηγίας εκδοθείσας δυνάμει του εδαφίου (3), το Υπουργικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν να εκδώση διάταγμα προβλέπον την εν όλω ή εν μέρει μεταβίβασιν οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου εις τον Υπουργόν.
(5) Εν η περιπτώσει ήθελεν εκδοθή δυνάμει του εδαφίου (4) διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου περί μεταβιβάσεως οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου εις τον Υπουργόν-
(α) αι δαπάναι, αίτινες ήθελον διενεργηθή υπό του Υπουργού εν τη ασκήσει των τοιούτων αρμοδιοτήτων, καταβάλλονται κατά πρώτον εκ Κυβερνητικών κονδυλίων~ το ποσόν όμως τούτων, δεόντως βεβαιωμένον υπό του Γενικού Λογιστού της Δημοκρατίας, βαρύνει τελικώς το Συμβούλιον ως χρέος οφειλόμενον προς την Κυβέρνησιν~
(β) παν ποσόν, όπερ ήθελεν εισπραχθή υπό του Υπουργού εν τη ασκήσει των τοιούτων αρμοδιοτήτων, καταβάλλεται εις τον Γενικόν Λογαριασμόν της Κυβερνήσεως, δεόντως δε βεβαιωμένον υπό του Γενικού Λογιστού της Δημοκρατίας καταβάλλεται εις το Συμβούλιον~ και
(γ) ο Γενικός Λογιστής τηρεί χωριστούς λογαριασμούς απάντων των εισπραττομένων και δαπανωμένων ποσών αναφορικώς προς τας μεταβιβασθείσας αρμοδιότητας.
(6) Το Υπουργικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν διά μεταγενεστέρου διατάγματος του να τροποποιήση ή να ανακαλέση προηγουμένως εκδοθέν διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (4)~ η τροποποίησις ή ανάκλησις του τοιούτου διατάγματος ουδόλως θέλει επηρεάσει το έγκυρον των πράξεων των γενομένων εν όσω το τροποποιηθέν ή ανακληθέν διάταγμα ετέλει εν ισχύι, εν τοιαύτη δε περιπτώσει το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να περιλάβη, είτε εν αυτώ τούτω τω ανακλητικώ διατάγματι, είτε μεταγενεστέρω τοιούτω, προνοίας άτινας ήθελε κρίνει ευκταίας καθ’ όσον αφορά εις την μεταβίβασιν περιουσιακών στοιχείων κτηθέντων ή την εκπλήρωσιν υποχρεώσεων αναληφθεισών κατά την άσκησιν οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων, εις άτινας αφεώρα το ούτω ανακληθέν διάταγμα.