10.—(1) Πας επιχειρηματίας όστις δολίως ή εσκεμμένως-
(α) παραλείπει να εισπράττη τον επιβαλλόμενον φόρον ως εν τω παρόντι Νόμω καθορίζεται· ή
(β) παραλείπει να τηρή στοιχεία ως εν τω παρόντι Νόμω καθο ρίζεται· ή
(γ) υποβάλλει οιανδήποτε ανακριβή κατάστασιν ή οιαδήποτε ανακριβή στοιχεία αναφορικός προς τας γενομένας υπό της επιχειρήσεως αυτού εισπράξεις ή αρνείται ή παραλείπει όπως παράσχη διευκόλυνσιν διά την διενέργειαν ελέγχου δυνάμει του άρθρου 8· ή
(δ) αρνείται ή παραλείπει να αποδώση εις τον Διευθυντήν τον δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 επιβαλλόμενον φόρον· ή
(ε) παραλείπει να συμμορφωθή προς τας διατάξεις του άρ θρου 6,
είναι ένοχος αδικήματος.
(2) Πας πελάτης όστις αρνείται ή παραλείπει να καταβάλη προς τον επιχειρηματίαν τον δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 επι βαλλόμενον φόρον είναι ένοχος αδικήματος.
(3) Παν φυσικόν πρόσωπον το οποίον συνεργεί, βοηθεί, συμβουλεύει, υποκινεί ή παροτρύνει πρόσωπόν τι όπως ενεργήση κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι ένοχον αδική ματος.
(4) Παν πρόσωπον το οποίον διαπράττει οιονδήποτε αδίκημα εκ των καθοριζομένων εν τω εδαφίω (1) ή (2) ή (3) υπόκειται, επί τη καταδίκη αυτού, εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεν τακοσίας λίρας ή εις φυλάκισιν διά χρονικόν διάστημα μη υπερ βαίνον τους έξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
(5) Παν πρόσωπον το οποίον διαπράττει οιονδήποτε αδίκημα εκ των καθοριζομένων εν τη παραγράφω (α) ή (β) του εδαφίου (1), επί τη καταδίκη αυτού, επιπροσθέτως της εν τω εδαφίω (4) καθοριζο μένης ποινής, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας δέκα λίρας δι' εκάστην ημέραν καθ' ήν συνεχίζεται η παράβασις.
(6) Παν πρόσωπον το οποίον διαπράττει οιονδήποτε αδίκημα εκ των καθοριζομένων εν τη παραγράφω (δ) του εδαφίου (1), επί τη καταδίκη αυτού, επιπροσθέτως της εν τω εδαφίω (4) καθοριζομέ νης ποινής, υποχρεούται εις την καταβολήν του παρακρατηθέντος ποσού· προσέτι υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν το δέκα τοις εκατόν του παρακρατηθέντος ποσού δι' έκαστον μήνα κατά τον οποίον εξακολουθεί το αδίκημα.
(7) Παν πρόσωπον το οποίον ενεργεί κατά παράβασιν των διατά ξεων του άρθρου 7 είναι ένοχον αδικήματος και εν περιπτώσει κατα δίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πέντε λίρας δι' εκάστην ημέραν καθ' ήν συνεχίζεται η παράβασις.