Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“βασικός μισθός” σημαίνει τον μισθόν τον οποίον το μέλος δικαιούται να λάβη βάσει της διά την θέσιν αυτού καθωρισμένης διά του παρόντος Νόμου μισθοδοτικής κλίμακος ή παγίου μισθού

“ενιαίον μισθολόγιον” σημαίνει το μισθολόγιον της δημοσίας υπηρεσίας το εκτιθέμενον εις τον Πίνακα Α του περί Δημοσίας Υπηρεσίας (Αύξησις των Μισθών και Αναδιάρθρωσις του Μισθολογίου και Ωρισμένων Θέσεων) Νόμου του 1979

“θέσις” σημαίνει οιονδήποτε των βαθμών των καθοριζομένων εν τοις εδαφίοις (2), (3), (3α) και (5) του άρθρου 4 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Σύνθεσις, Κατάταξις και Πειθαρχία) Νόμων του 1961 έως 1983

“μέλος” σημαίνει παν πρόσωπον κατέχον μονίμως ή προσωρινώς οιανδήποτε θέσιν

“μεταβατική κλίμαξ” σημαίνει την εν τη τρίτη στήλη του Πίνακος Αναπροσαρμογής Μισθών του Παραρτήματος εκτιθεμένην μισθοδοτικήν κλίμακα

“μεταβατικός μισθός” σημαίνει τον εν τη δευτέρα στήλη του Πίνακος Αναπροσαρμογής Μισθών του Παραρτήματος εκτιθέμενον μισθόν

“παλαιά μισθοδοτική κλίμαξ” σημαίνει την δι’ εκάστην θέσιν προνοουμένην εν τω Τακτικώ Προϋπολογισμώ του 1984 μισθοδοτικήν κλίμακα

“παλαιός μισθός” σημαίνει τον εν τη πρώτη στήλη του Πίνακος Αναπροσαρμογής Μισθών του Παραρτήματος εκτιθέμενον μισθόν.