3.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο οποιουδήποτε από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αποτελείται, εκτός αν ο οικείος καθορισμένος νόμος προβλέπει για μεγαλύτερο αριθμό μελών, από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων θα υπάρχει Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος και τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στο παρόν άρθρο.
(2) (α) Στις συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου δύναται να παρακάθεται παρατηρητής εκ μέρους ενός εκάστου των εις τη Βουλή πολιτικών κομμάτων:
Νοείται ότι δε δύναται να ορίζεται ή παρακάθεται ως παρατηρητής στις συνεδρίες ορισμένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου πρόσωπο το οποίο με βάση τους καθορισμένους νόμους δε θα μπορούσε να διοριστεί ως Πρόεδρος ή Μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου ή να παρακάθεται στις συνεδρίες του.
(β) Οι πιο πάνω παρατηρητές μπορούν, εφόσο το επιθυμούν, να παρευρίσκονται σε όλες τις συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου κατά τις οποίες θα ενημερώνονται και ζητούν τις αναγκαίες διευκρινίσεις πάνω σε όλα τα θέματα που απασχολούν κάθε νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ξεχωριστά, χωρίς όμως δικαίωμα έκφρασης γνώμης ή δικαίωμα ψήφου ή συμμετοχής σε οποιεσδήποτε διαδικασίες λήψεως αποφάσεως.
(γ) Οι πιο πάνω παρατηρητές δικαιούνται για σκοπούς πληροφόρησης τους σχετικά με τις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου στις συνεδρίες του οποίου παρακάθονται ως παρατηρητές, να ζητούν τις αναγκαίες διευκρινίσεις και να εφοδιάζονται με αντίγραφο της ημερήσιας διάταξης με όλα τα επισυνημμένα σ’ αυτήν έγγραφα, και να ενημερώνονται για τα θέματα που αναφέρονται στην ημερήσια διάταξη:
Νοείται ότι τα πιο πάνω πρόσωπα υπέχουν την ίδια υποχρέωση για τήρηση του απόρρητου, όχι και έναντι του κόμματος που τους ορίζει, αναφορικά με οποιαδήποτε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση τους λόγω των καθηκόντων τους ως παρατηρητών με αυτή του Προέδρου και των Μελών των Διοικητικών Συμβουλίων κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου στις συνεδρίες των οποίων παρακάθονται ως παρατηρητές, όπως αυτή καθορίζεται στους καθορισμένους νόμους.
(3) Το κάθε πολιτικό κόμμα στη Βουλή ορίζει, εφόσο το επιθυμεί, παρατηρητή και αναπληρωτή τούτου για ολόκληρη τη θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο, πριν να προβεί στο διορισμό των πιο πάνω Συμβουλίων και σε κάθε περίπτωση δύο μήνες πριν από τη λήξη της θητείας του κάθε Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου προσώπου δημοσίου δικαίου, αρχίζει διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των εις τη Βουλή πολιτικών κομμάτων.
(5) (α) Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων οι εκπρόσωποι των εις τη Βουλή πολιτικών κομμάτων εκθέτουν τις απόψεις και υποβάλλουν, αν επιθυμούν, γραπτές εισηγήσεις αναφορικά με τα πρόσωπα που προτείνουν για διορισμό ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
(β) Οι πιο πάνω εισηγήσεις δύνανται να περιλαμβάνουν και κατάλογο προτεινόμενων για διορισμό προσώπων για το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ο αριθμός των οποίων δε θα είναι μικρότερος των πέντε ούτε μεγαλύτερος των εννέα, που θα υποβάλλονται ξεχωριστά από κάθε πολιτικό κόμμα στη Βουλή.
(γ) Οι διαβουλεύσεις αφορούν τον Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο και τα άλλα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ορισμένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
(δ) Κατά την επιλογή και διορισμό του Προέδρου, Αντιπροέδρου και μελών των Διοικητικών Συμβουλίων με βάση τον παρόντα Νόμο το Υπουργικό Συμβούλιο λαμβάνει σοβαρά υπόψη και τις απόψεις και τις τυχόν γραπτές εισηγήσεις των εκπροσώπων των εις τη Βουλή πολιτικών κομμάτων που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου και μεριμνά για την κατά το δυνατόν εκπροσώπηση όλων των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή. Η σπουδαιότητα, ο τομέας δράσης του καθενός από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και η εκλογική δύναμη κάθε κόμματος στη Βουλή είναι κριτήρια τα οποία το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται μεταξύ άλλων να λάβει υπόψη, αν κρίνει τούτο εύλογο.