25.—(1) Το κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο οφείλει, το αργότερο τη δέκατη ημέρα μετά το τέλος του μήνα που ακολουθεί το τέλος κάθε φορολογικής περιόδου, ή σε οποιοδήποτε άλλο χρόνο το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε με κανονισμούς καθορίσει σε ειδικές περιπτώσεις
(α) Να υποβάλλει στον Έφορο γραπτές φορολογικές δηλώσεις, και
(β) να καταβάλλει τον οφειλόμενο φόρο,
αναφορικά με όλες τις παραδόσεις αγαθών ή και παροχές υπηρεσιών τις οποίες έχει πραγματοποιήσει κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.
(2) Το περιεχόμενο, ο τύπος και ο τρόπος υποβολής των αναφερόμενων στο εδάφιο (1) φορολογικών δηλώσεων καθώς και ο τρόπος πληρωμής του φόρου καθορίζονται με κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο στους κανονισμούς αυτούς μπορούν να διαλαμβάνονται διαφορετικές διατάξεις για τη ρύθμιση διαφορετικών περιπτώσεων.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δικαιούται, στο τέλος της κάθε φορολογικής περιόδου, να πιστωθεί, στην έκταση που καθορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 26, το ποσό που κατέβαλε ως φόρο εισροών, και στη συνέχεια να αφαιρέσει το ποσό αυτό από το φόρο εκροών τον οποίο ο ίδιος οφείλει.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (5) «φόρος εισροών» αναφορικά με υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο σημαίνει-
(α) Το φόρο ο οποίος αναλογεί στις παραδόσεις αγαθών ή και τις παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν προς το πρόσωπο αυτό, και
(β) το φόρο ο οποίος πληρώθηκε από το ίδιο για την εισαγωγή οποιωνδήποτε αγαθών,
νοουμένου ότι (σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις αυτές) τα αγαθά ή και οι υπηρεσίες έχουν χρησιμοποιηθεί ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκείται ή πρόκειται να ασκηθεί από το ίδιο· και «φόρος εκροών» σημαίνει το φόρο ο οποίος αναλογεί στις παραδόσεις αγαθών ή και τις παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιεί το ίδιο.
(5) Εάν οποιαδήποτε αγαθά τα οποία παραδίδονται, ή οποιεσδήποτε υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή οποιαδήποτε αγαθά τα οποία εισάγονται από το πρόσωπο αυτό, χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν εν μέρει για σκοπούς επιχείρησης που ασκείται ή πρόκειται να ασκηθεί από το εν λόγω πρόσωπο, και εν μέρει για άλλους σκοπούς, τότε ο φόρος για τις πιο πάνω παραδόσεις, παροχές ή για τις εισαγωγές, επιμερίζεται έτσι ώστε ως φόρος εισροών να ληφθεί υπόψη μόνο το μέρος εκείνο το οποίο αντιστοιχεί στις εισροές που αφορούν τους σκοπούς της επιχείρησής του.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7), εάν στο τέλος της φορολογικής περιόδου δεν οφείλεται φόρος εκροών ή εάν το ποσό της πίστωσης υπερβαίνει το ποσό του φόρου εκροών, τότε, το ποσό της πίστωσης ή αναλόγως της περιπτώσεως το ποσό που υπερβαίνει το ποσό του φόρου εκροών μεταφέρεται για πίστωση στην επόμενη φορολογική περίοδο.
(7) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, το ποσό της πίστωσης σε περίπτωση που στο τέλος της φορολογικής περιόδου δεν οφείλεται φόρος εκροών ή αναλόγως της περιπτώσεως το ποσό που υπερβαίνει το ποσό του φόρου εκροών, επιστρέφεται από τον Έφορο στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, εφόσο και σε όση έκταση-
(α) Καταβλήθηκε στον Έφορο αχρεώστητα ή
(β) υπό τις περιστάσεις είναι αδύνατο να μεταφερθεί για πίστωση και συμψηφισμό μέχρι και την τελευταία φορολογική περίοδο του έτους που ακολουθεί το έτος εντός του οποίου εντάσσεται η υπό εξέταση φορολογική περίοδος· ή
(γ) αφορά παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που υπόκεινται σε φορολογικό συντελεστή μηδέν τοις εκατόν (0%)· ή
(δ) αφορά την απόκτηση στοιχείων πάγιου ενεργητικού της επιχείρησης· ως στοιχεία πάγιου ενεργητικού της επιχείρησης θεωρούνται-
(i) Τα ενσώματα αγαθά που ανήκουν στην επιχείρηση και τα οποία τυγχάνουν από αυτή διαρκούς εκμετάλλευσης, (χωρίς να υπολογίζονται στην αξία τους οποιεσδήποτε δαπάνες επισκευής ή συντήρησής τους) και
(ii) τα δικαιώματα χρησιμοποίησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, σχεδίων, υποδειγμάτων, εμπορικών ή βιομηχανικών σημάτων και άλλων παρόμοιων δικαιωμάτων, εφόσο αυτά εξυπηρετούν περισσότερες από μία χρήσεις ή
(ε) παρέλθει περίοδος τριών ετών από το τέλος της φορολογικής περιόδου εντός της οποίας προέκυψε.
Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των προνοιών του παρόντος εδαφίου καθώς και για τον καθορισμό της διαδικασίας και του τρόπου υπολογισμού του προς επιστροφή ποσού.
(8) Εάν στο τέλος οποιασδήποτε φορολογικής περιόδου οφείλεται σύμφωνα με το εδάφιο (7) του παρόντος άρθρου οποιοδήποτε ποσό σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και το πρόσωπο αυτό παρέλειψε να υποβάλει φορολογικές δηλώσεις ή να πληρώσει φόρο για οποιαδήποτε προηγούμενη φορολογική περίοδο όπως προνοείται από τον παρόντα Νόμο, τότε ο Έφορος μπορεί να αρνηθεί την πληρωμή του εν λόγω ποσού μέχρις ότου το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο συμμορφωθεί με τις σχετικές πρόνοιες.
(9) Καμιά αφαίρεση σύμφωνα με το εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου ή οποιαδήποτε πληρωμή σύμφωνα με το εδάφιο (7) του παρόντος άρθρου οποιουδήποτε ποσού επιτρέπεται, εκτός αν υποβληθεί σχετική απαίτηση κατά τρόπο και σε χρόνο που προβλέπεται σε κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο* στην περίπτωση δε, οποιουδήποτε προσώπου το οποίο δεν έχει πραγματοποιήσει φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών μέσα στη φορολογική περίοδο για την οποία γίνεται λόγος ή μέσα σε οποιαδήποτε προηγούμενη περίοδο, η πληρωμή σύμφωνα με το εδάφιο (7) μπορεί να πραγματοποιείται με βάση οποιουσδήποτε όρους τους οποίους ο Έφορος, μπορεί εάν κρίνει σκόπιμο να επιβάλει, για σκοπούς προστασίας των Δημόσιων προσόδων, περιλαμβανομένων και όρων αναφορικά με την πληρωμή κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις.
(10) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο μπορούν να προνοούν-
(α) 'Ότι ο φόρος που αναλογεί σε οποιαδήποτε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, ή ότι ο φόρος που πληρώθηκε από το ίδιο κατά την εισαγωγή αγαθών, λογίζεται ως φόρος εισροών του προσώπου αυτού εάν και μόνο και στην έκταση που η επιβάρυνση του φόρου αποδεικνύεται και επιβεβαιούται από έγγραφα όπως αυτά ήθελαν καθοριστεί στους κανονισμούς ή όπως ο Έφορος ήθελε επιβάλει είτε γενικά είτε σε ειδικές περιπτώσεις ή κατηγορίες περιπτώσεων.
(β) Για τη δυνατότητα υποκείμενου στο φόρο προσώπου να λογίζει ως φόρο εισροών, κάτω από τέτοιες περιστάσεις στην έκταση και κάτω από τέτοιους όρους όπως ήθελαν καθοριστεί στους κανονισμούς, το φόρο που αναλογεί σε οποιαδήποτε παράδοση ή παροχή στο ίδιο, ή το φόρο που πληρώθηκε από αυτό κατά την εισαγωγή αγαθών, ανεξαρτήτως εάν κατά το χρόνο της παράδοσης ή της παροχής στο ίδιο ή της πληρωμής από το ίδιο κατά την εισαγωγή δεν ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
(γ) Για τη δυνατότητα υποκείμενου στο φόρο νομικού προσώπου να λογίζει ως φόρο εισροών, κάτω από τις περιστάσεις στην έκταση και κάτω από τους όρους που ήθελαν καθοριστεί στους κανονισμούς, το φόρο που αναλογεί σε οποιαδήποτε παράδοση ή εισαγωγή αγαθών που αποκτήθηκαν για λογαριασμό του εν λόγω νομικού προσώπου ή το φόρο που αναλογεί σε οποιαδήποτε υπηρεσία που παρασχέθηκε για δικό του όφελος, πριν από τη σύστασή του ή σε σχέση με τη σύσταση του εν λόγω νομικού προσώπου.
(δ) Για τη δυνατότητα πληρωμής από τον Έφορο σε οποιοδήποτε πρόσωπο που έπαυσε να είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, οποιουδήποτε ποσού φόρου που καταβλήθηκε για την παροχή στο πρόσωπο αυτό οποιωνδήποτε υπηρεσιών που παρασχέθηκαν για τους σκοπούς της επιχείρησης που το ίδιο ασκούσε όταν ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
(11) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο μπορούν να ορίζουν ότι ο φόρος που καταβλήθηκε για ορισμένες παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών ή εισαγωγές αγαθών δεν επιτρέπεται να πιστώνεται όπως διαλαμβάνεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εάν συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις που καθορίζονται στους κανονισμούς και οι οποίες αφορούν-
(α) Το είδος των αγαθών που παραδίδονται ή εισάγονται ή το είδος των υπηρεσιών που παρέχονται,
(β) το πρόσωπο το οποίο πραγματοποιεί την παράδοση ή την εισαγωγή των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών ή το πρόσωπο προς το οποίο πραγματοποιούνται,
(γ) τους σκοπούς για τους οποίους πραγματοποιείται η παράδοση ή η εισαγωγή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών, ή
(δ) οποιεσδήποτε άλλες περιστάσεις ή συνθήκες:
Νοείται ότι οποιοιδήποτε κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το παρόν εδάφιο μπορούν να περιέχουν διατάξεις για μεταγενέστερες απαλλαγές από το φόρο εκροών.
(12) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου «φορολογική περίοδος» σημαίνει το χρονικό διάστημα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 31ης Μαρτίου, 1ης Απριλίου και 30ής Ιουνίου, 1ης Ιουλίου και 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου και 31ης Δεκεμβρίου οποιουδήποτε έτους:
Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί με κανονισμούς να καθορίζει ως φορολογική περίοδο, για οποιουσδήποτε σκοπούς άλλους από τους σκοπούς του Μέρους III του παρόντος Νόμου, οποιαδήποτε άλλη χρονική περίοδο- οι κανονισμοί αυτοί μπορούν να περιέχουν διαφορετικές διατάξεις για τη ρύθμιση διαφορετικών περιπτώσεων.
(13) Δεν παρέχεται δικαίωμα πίστωσης του φόρου με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δαπάνες:
(α) Που αφορούν την παράδοση υλικών ή την παροχή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία ή που αφορούν την αμοιβή εργολάβων για την εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία με μίσθωση έργου, ανεξάρτητα από το άν τα υλικά ή οι υπηρεσίες διατίθενται ή μη από τον εργολάβο. Νοείται ότι οι πρόνοιες του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση των εργολάβων,
(β) παράδοσης σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή εισαγωγής από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο καπνοβιομηχανικών προϊόντων,
(γ) παράδοσης σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή εισαγωγής από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο οινοπνευματωδών ποτών,
(δ) δεξιώσεων, ψυχαγωγίας και φιλοξενίας γενικά,
(ε) στέγασης, τροφής, ποτών, μετακίνησης και ψυχαγωγίας για το προσωπικό ή τους εκπροσώπους της επιχείρησης,
(ζ) παράδοση ή εισαγωγής-
(i) Επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μέχρι και εννέα (9) θέσεων, περιλαμβανομένου και του οδηγού,
(ii) σκαφών και αεροσκαφών ιδιωτικής χρήσης που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό.
(iii) οι δαπάνες καυσίμων, επισκευής, συντήρησης και κυκλοφορίας γενικά των ειδών που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) πιο πάνω:
Νοείται ότι οι πρόνοιες του παρόντος εδαφίου δεν τυγχάνουν εφαρμογής στις περιπτώσεις που τα αγαθά που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ) και (ζ) αποκτήθηκαν για μεταπώληση μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
(14) Κάθε πρόσωπο που παραλείπει, αρνείται ή καθυστερεί να υποβάλει φορολογική δήλωση στον τύπο και στο χρόνο που καθορίζονται στις πρόνοιες του εδαφίου (1) και των κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των προνοιών των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου, οφείλει να καταβάλει στον Έφορο χρηματική επιβάρυνση τριάντα λιρών (£30) για κάθε μήνα ή το μέρος αυτού για τον οποίο ή το οποίο διαρκεί η άρνηση ή η παράλειψη ή η καθυστέρηση.