5Α.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο σε σχέση με το οποίο εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 4(1)(β) υποχρεούται στην καταβολή φόρου με συντελεστές φόρου ίσους προς το 25% των συντελεστών που καθορίζονται στο Δεύτερο Παράρτημα του βασικού νόμου, ο οποίος υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο ο οποίος καθορίζεται στο άρθρο 5(1) σε σχέση με οποιοδήποτε πλοίο, εξαιρουμένου κυπριακού πλοίου, σε σχέση με το οποίο εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 8(3)(β):
Νοείται ότι, η μέθοδος με την οποία βεβαιώνεται και εισπράττεται οποιοσδήποτε φόρος που καθίσταται πληρωτέος σύμφωνα με το εδάφιο αυτό, καθορίζεται με Κανονισμούς.
(2) Κατ’ εξαίρεση από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οποιοδήποτε πρόσωπο σε σχέση με το οποίο οι πρόνοιες του εδαφίου (1) πιο πάνω εφαρμόζονται, έχει το δικαίωμα να επιλέξει να φορολογηθεί, σε σχέση με οποιοδήποτε συγκεκριμένο έτος, σύμφωνα με τις πρόνοιες οποιουδήποτε περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου ισχύει στη Δημοκρατία ο οποίος, αν δεν ίσχυαν οι πρόνοιες του άρθρου 4(1)(β), θα είχε εφαρμογή σε σχέση με το εισόδημα του συγκεκριμένου προσώπου από την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης πλοίων:
Νοείται ότι αν επιλέξει να φορολογηθεί σύμφωνα με τα πιο πάνω, οι πρόνοιες του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται.
(3) Το δικαίωμα επιλογής που παρέχεται δυνάμει του εδαφίου (2) πιο πάνω μπορεί να ασκηθεί με γραπτή ειδοποίηση προς το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας με αντίγραφο προς τον Έφορο Φόρου Εισοδήματος και μπορεί να δοθεί σε σχέση με το φορολογικό έτος 1999 μέχρι την 31η Ιουλίου 1999 και σε σχέση με οποιοδήποτε μεταγενέστερο φορολογικό έτος, τουλάχιστο 30 ημέρες πριν από τη 1η Ιανουαρίου του σχετικού έτους ενώ παραμένει σε ισχύ μέχρι που να αποσυρθεί με τον ίδιο τρόπο. Ειδοποίηση απόσυρσης που δίνεται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους λαμβάνει ισχύ την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού και οι πρόνοιες του εδαφίου (1) πιο πάνω εφαρμόζονται και πάλι από την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί.