Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“αλλοδαπό πλοίο” σημαίνει οποιοδήποτε πλοίο άλλο από κυπριακό πλοίο

“Αρμόδια Αρχή” σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων και οποιοδήποτε άλλο γενικά ή ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό πρόσωπο

“κοινοτική εταιρεία διαχείρισης πλοίων” σημαίνει  κάθε νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης πλοίων, έχει την έδρα του σε ένα Κράτος Μέλος της  Ευρωπαϊκής Ένωσης και το οποίο συστάθηκε και λειτουργεί σύμφωνα με την νομοθεσία αυτού του Κράτους Μέλους

“κοινοτικό πλοίο”  σημαίνει  κάθε πλοίο που είναι νηολογημένο  σε ένα Κράτος Μέλος της  Ευρωπαϊκής Ένωσης και φέρει τη σημαία Κράτους Μέλους σύμφωνα με την νομοθεσία του.

“κυπριακό πλοίο” σημαίνει πλοίο κατά νόμο νηολογημένο στο κυπριακό νηολόγιο, δυνάμει των διατάξεων των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι το 1987, και, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23λ(2) των ίδιων Νόμων, περιλαμβάνει και πλοίο αλλοδαπού νηολογίου κατά νόμο εγγεγραμμένο στο Ειδικό Βιβλίο Παράλληλης Νηολόγησης, δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VA των ίδιων Νόμων

“μικρό σκάφος” έχει την έννοια που απέδωσε στον όρο αυτό ο Κανονισμός 3 των περί Εκτάκτων Εξουσιών (Έλεγχος Μικρών Σκαφών) Κανονισμών του 1955.

“νέα καταμέτρηση” σημαίνει την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων, που ενεργείται σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση περί της Καταμέτρησης της Χωρητικότητας των Πλοίων του 1969, την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία κύρωσε με τον περί της Διεθνούς Συμβάσεως περί της Καταμέτρησης της Χωρητικότητας των Πλοίων 1969 (Κυρωτικό) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο του 1986

“νομικό πρόσωπο” έχει την έννοια που απέδωσαν στον όρο αυτό οι παράγραφοι (β) και (γ) του άρθρου 5 των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι το 1987

“πιστοποιητικό νηολόγησης” σημαίνει το πιστοποιητικό νηολόγησης κυπριακού πλοίου

“πλοιοκτήτης” σημαίνει τον ιδιοκτήτη μεριδίου κυπριακού πλοίου και περιλαμβάνει το ναυλωτή γυμνού πλοίου, παράλληλα νηολογημένου στο κυπριακό νηολόγιο, κατά τα οριζόμενα στο Μέρος VA των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση) Νόμων του 1963 μέχρι το 1987

“ταχύπλοο σκάφος” σημαίνει μηχανοκίνητο σκάφος μήκους όχι μεγαλύτερου από δεκαπέντε (15) μέτρα που μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα δεκαπέντε (15) κόμβων

“υπηρεσίες διαχείρισης πλοίων” σημαίνει υπηρεσίες που σχετίζονται με την εξεύρεση πληρώματος σε κυπριακό ή αλλοδαπό πλοίο και/ή με την τεχνική ή εμπορική διαχείριση τέτοιου πλοίου, βάσει συμφωνίας διαχείρισης με τον ιδιοκτήτη ή το ναυλωτή γυμνού πλοίου, από πρόσωπο που διαθέτει γραφείο στη Δημοκρατία στελεχωμένο, στις περιπτώσεις που αφορούν χειρισμό θεμάτων στελέχωσης και/ή τεχνικής διαχείρισης πλοίων, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 (3)(α)(iv) του βασικού νόμου και από έμπειρο εμπορικό διαχειριστή και τουλάχιστον άλλα τρία άτομα ως προσωπικό, στις περιπτώσεις που αφορούν θέματα εμπορικής διαχείρισης πλοίων.

(2) Εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια, οι χρησιμοποιούμενοι στον παρόντα Νόμο όροι έχουν την έννοια που απέδωσαν στους όρους αυτούς οι περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμοι του 1963 μέχρι το 1987, και οι περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Πλοίαρχοι και Ναυτικοί) Νόμοι του 1963 μέχρι το 1984.