24.-(1) Το Δικαστήριο που εκδίδει καταδικαστική απόφαση για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των προνοιών του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού, ή των προνοιών οποιουδήποτε άλλου νόμου σχετικού με το χειρισμό ταχύπλοου σκάφους, έχει το δικαίωμα να στερήσει από τον καταδικασθέντα την ικανότητα κατοχής ή λήψεως άδειας χειριστή ή μαθητευόμενου χειριστή για όσο χρονικό διάστημα αποφασίσει.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) έχει στερηθεί την ικανότητα κατοχής ή λήψεως άδειας χειριστή ή μαθητευόμενου χειριστή, μπορεί να ασκήσει έφεση εναντίον του διατάγματος με τον τρόπο που ασκείται η έφεση εναντίον καταδικαστικής απόφασης και για όσο χρόνο εκκρεμεί η έφεση, το Δικαστήριο δικαιούται να αναστείλει την ισχύ του διατάγματος αυτού.
(3) Αν το πρόσωπο που έχει στερηθεί την ικανότητα κατοχής ή λήψεως άδειας χειριστή ή μαθητευόμενου χειριστή έπειτα από καταδικαστική απόφαση ή διάταγμα που εκδόθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου αυτού είναι κάτοχος άδειας, η άδεια αυτή αναστέλλεται και δεν έχει οποιαδήποτε ισχύ για όσο χρονικό διάστημα εξακολουθεί η ανικανότητα που επιβλήθηκε.
(4) Μαζί με την καταδίκη προσώπου για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των προνοιών του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού, το Δικαστήριο που εκδίδει την καταδικαστική απόφαση έχει το δικαίωμα σε κάθε περίπτωση καθώς και την υποχρέωση σε περίπτωση που θα εκδώσει διάταγμα στέρησης της ικανότητας του προσώπου αυτού για κατοχή ή λήψη άδειας χειριστή ή μαθητευόμενου χειριστή, να διατάξει να αναγραφούν πάνω στην άδεια που κατέχει το πρόσωπο αυτό οι λεπτομέρειες της καταδίκης ή ανικανότητας που του επιβλήθηκε.