13.-(1) Για σκοπούς απόδειξης της ποσότητας αλκοόλης που περιέχεται στην εκπνοή ή στο αίμα προσώπου που κατηγορείται για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου λαμβάνεται υπόψη η ποσότητα αλκοόλης που περιεχόταν στο δείγμα εκπνοής ή αίματος που δόθηκε από αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου θεωρείται ότι η ποσότητα αλκοόλης που περιεχόταν στην εκπνοή ή στο αίμα του κατηγορουμένου κατά το χρόνο κατά τον οποίο χειριζόταν ή προσπαθούσε να χειρισθεί ταχύπλοο σκάφος δεν ήταν μικρότερη της ποσότητας αλκοόλης η οποία περιεχόταν στο δείγμα εκπνοής ή αίματος που δόθηκε από αυτόν.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται, αν ο κατηγορούμενος αποδείξει-
(α)Ότι είχε καταναλώσει οινοπνευματώδες ποτό σε χρόνο μεταγενέστερο του χρόνου κατά τον οποίο χειριζόταν ή προσπαθούσε να χειρισθεί ταχύπλοο σκάφος στη θάλασσα και πριν δώσει το δείγμα εκπνοής ή αίματος, και
(β) ότι αν δεν το είχε κάνει αυτό, το ποσοστό αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα του δε θα υπερέβαινε το καθορισμένο όριο.
(3) Αποδεικτικό της ποσότητας της αλκοόλης η οποία περιέχεται σε δείγμα εκπνοής ή αίματος σε ποινική διαδικασία για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου αποτελεί-
(α)Το έντυπο αποτέλεσμα που παράγεται αυτόματα από συσκευή με την οποία διενεργείται η τελική εξέταση δείγματος, το οποίο συνοδεύεται από πιστοποίηση που γίνεται είτε πάνω στο ίδιο το έντυπο αποτέλεσμα είτε διαφορετικά και υπογράφεται από αστυνομικό με την οποία πιστοποιείται ότι το έντυπο αποτέλεσμα αφορά το δείγμα εκπνοής που δόθηκε από τον κατηγορούμενο κατά την ημερομηνία και ώρα που είναι γραμμένες σ' αυτό. ή
(β)πιστοποιητικό υπογραμμένο από χημικό που υπηρετεί στο Γενικό Χημείο αναφορικά με το ποσοστό αλκοόλης που βρέθηκε κατά την εργαστηριακή ανάλυση στο δείγμα αίματος που καθορίζεται στο πιστοποιητικό.
(4) Κάθε έγγραφο που αποτελεί το έντυπο αποτέλεσμα ή το πιστοποιητικό ή και τα δύο, δηλαδή και το αποτέλεσμα και το πιστοποιητικό, που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου 3, γίνεται αποδεκτό από το Δικαστήριο ως αποδεικτικό στοιχείο για την κατηγορούσα αρχή, χωρίς να είναι αναγκαία η προσωπική παρουσία στο Δικαστήριο εκείνου που εξέτασε το δείγμα εκπνοής και του αστυνομικού που υπέγραψε τα έγγραφα αυτά, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά:
Νοείται πως το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να αποδεχθεί ως αποδεικτικό στοιχείο οποιοδήποτε πιστοποιητικό ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο παρουσιάζεται ως πιστοποιητικό, εφόσον ο κατηγορούμενος επιδώσει στο Δικαστήριο και στην κατηγορούσα αρχή ειδοποίηση τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημερομηνία εκδίκασης της υπόθεσης ή μέσα στην προθεσμία που το Δικαστήριο σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να καθορίσει με την οποία ζητείται η προσωπική παρουσία στο Δικαστήριο του προσώπου που υπέγραψε ή φέρεται να υπέγραψε το πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο.