3.(1) Οι υπηρεσίες των έκτακτων υπαλλήλων, οι οποίοι έχουν προσληφθεί δυνάμει των περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Έκτακτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία Νόμων του 1995 έως (Αρ. 3) του 2004 και δυνάμει των περί Προσλήψεως Eκτάκτων Υπαλλήλων (Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμων του 1985 έως 1991 και οι οποίοι συνεχίζουν να υπηρετούν με βάση οποιοδήποτε εργασιακό καθεστώς κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένων των έκτακτων υπαλλήλων που απασχολούνται σε εποχιακές εργασίες, παρατείνονται έως την 31η Δεκεμβρίου 2012, ή μέχρι τη χρονολογικά προγενέστερη ημερομηνία στην περίπτωση τερματισμού των υπηρεσιών τους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, νοουμένου ότι:-
(α) το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών κρίνει ότι η υπάρχουσα ανάγκη δεν μπορεί να καλυφθεί από τους υπηρετούντες δημόσιους υπαλλήλους ή από τους υπηρετούντες εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου∙
(β) εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο ο αριθμός των έκτακτων υπαλλήλων και οι αναγκαίες για την παράταση πιστώσεις, με πρόταση που καταθέτει σε αυτό ο οικείος Υπουργός, στην οποία περιλαμβάνονται οι απόψεις του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών:
(γ) είναι εγκεκριμένες οι αναγκαίες για την παράταση υπηρεσιών πιστώσεις από τη Βουλή των Αντιπροσώπων στον περί Προϋπολογισμού του 2011 Νόμο του 2010 και στον Προϋπολογισμό της Δημοκρατίας για το έτος 2012, όπως αυτός ήθελε ψηφισθεί σε Νόμο.
(2) Οι υπηρεσίες των έκτακτων υπαλλήλων που δεν συμπληρώνουν συνολική υπηρεσία τριάντα (30) μηνών, τερματίζονται οποτεδήποτε, ευθύς ως οι υπηρεσιακές ανάγκες για την κάλυψη των οποίων έχουν προσληφθεί παύουν να υφίστανται, είτε λόγω πλήρωσης κενών θέσεων είτε άλλως πως: