13.- (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να θεσπίζει νέες εγκεκριμένες ειδικότητες εφαρμοσμένης ψυχολογίας και να καθορίζει τα πλαίσια καθηκόντων που τις διέπουν, μετά από σχετική αιτιολογημένη σύσταση του Συμβουλίου.
(2) Κάθε εγγεγραμμένος ψυχολόγος μπορεί να καταταχθεί σε μια ή περισσότερες εγκεκριμένες ειδικότητες εφαρμοσμένης ψυχολογίας, σύμφωνα με τα προσόντα του και όπως αυτά προσδιορίζονται μετά από σχετική διατύπωση που αναγράφεται στα διπλώματά του και/ ή προκύπτει από την αναλυτική βαθμολογία των μεταπτυχιακών του σπουδών.
(3) Ο Έφορος δε δύναται να απονείμει άδειες εξάσκησης επαγγέλματος στις οποίες να αναγράφονται εγκεκριμένες ειδικότητες εφαρμοσμένης ψυχολογίας με προϋποθέσεις πέραν αυτών που αναφέρονται στο εδάφιο (2).
(4) Κατ’ εξαίρεση των προϋποθέσεων του εδαφίου (2), ο Έφορος δύναται, να συμπεριλάβει στους καταλόγους εγκεκριμένων ειδικοτήτων εφαρμοσμένης ψυχολογίας και όσα πρόσωπα τα ονόματα των οποίων έχουν ήδη δημοσιευτεί στο Μητρώο Επαγγελματιών Ψυχολόγων, με βάση το βασικό νόμο και/ή έχουν εξασφαλίσει πιστοποιητικό εγγραφής στο Μητρώο Επαγγελματιών Ψυχολόγων και/ή θα εγγραφούν στο Μητρώο Εγγεγραμμένων Ψυχολόγων, σύμφωνα με τις πρόνοιες των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου, εφόσον το Συμβούλιο ικανοποιείται ότι η εποπτευόμενη πρακτική άσκηση που έλαβαν και/ή επαγγελματική τους πείρα δικαιολογεί την εγγραφή τους σε συγκεκριμένο κατάλογο μιας εκ των εγκεκριμένων ειδικοτήτων εφαρμοσμένης ψυχολογίας.
(5) Τα ίδια προσόντα δε δύνανται να χρησιμοποιηθούν για να προσδιοριστούν πέραν της μιας εγκεκριμένης ειδικότητας εφαρμοσμένης ψυχολογίας.
(6) Είναι νόμιμο ο εγγεγραμμένος ψυχολόγος να προβάλλει την ειδικότητα ή τις ειδικότητες εφαρμοσμένης ψυχολογίας που του ενέκρινε το Συμβούλιο και στα πλαίσια της οποίας ή των οποίων ασκεί το επάγγελμά του, σε επιγραφές έξω από το γραφείο του, σε επαγγελματικές κάρτες, σε διαφημιστικά έντυπα, σε ηλεκτρονικά μέσα, και στο διαδίκτυο: