5.-(1) Αν το δικαστήριο, καταδικάζοντας πρόσωπο για αδίκημα για το οποίο η ποινή δεν καθορίζεται σε οποιοδήποτε νόμο, είναι της γνώμης, αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις, περιλαμβανομένης της φύσης του αδικήματος και του χαρακτήρα του αδικοπραγούντος, ότι αυτό είναι σκόπιμο, δύναται, αντί να μεταχειριστεί τον αδικοπραγούντα με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, να εκδώσει διάταγμα (που στο εξής θα αναφέρεται ως “διάταγμα κηδεμονίας”) δυνάμει του οποίου να θέτει τον αδικοπραγούντα υπό την επιτήρηση κηδεμονικού λειτουργού για περίοδο που ορίζεται σε αυτό και η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα χρόνο ούτε μεγαλύτερη από τρία χρόνια.
(2) Το διάταγμα κηδεμονίας αναφέρει την επαρχία στην οποία ο κηδεμονευόμενος θα διαμένει υποχρεούμενος να τελεί υπό την επιτήρηση κηδεμονικού λειτουργού, ο οποίος διορίζεται ή αποσπάται στην επαρχία αυτή.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), το διάταγμα κηδεμονίας δύναται επιπρόσθετα να απαιτεί από τον αδικοπραγούντα να συμμορφώνεται κατά τη διάρκεια ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της περιόδου κηδεμονίας με τους όρους τους οποίους το δικαστήριο, αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης, θεωρεί αναγκαίους για την εξαφάλιση της καλής διαγωγής του ή για την αποτροπή της επανάληψης από αυτόν του ίδιου αδικήματος ή της διάπραξης άλλων αδικημάτων:
Νοείται ότι, χωρίς να επηρεάζεται η εξουσία του δικαστηρίου να εκδίδει διάταγμα βάσει του εδαφίου (2) του άρθρου 12, τα ποσά που καταβάλλονται ως αποζημίωση για βλάβη ή ως ικανοποίηση για απώλεια δε περιλαμβάνονται μεταξύ των όρων του διατάγματος κηδεμονίας.
(4) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (3), δύνανται να περιλαμβάνονται σε διάταγμα κηδεμονίας όροι αναφορικά με τη διαμονή του αδικοπραγούντος:
Νοείται ότι πριν από την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος κηδεμονίας που θα περιλαμβάνει τέτοιους όρους το δικαστήριο εξετάζει το οικογενειακό περιβάλλον του αδικοπραγούντος.
(5) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (3) και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6, το δικαστήριο δύναται κατά την έκδοση διατάγματος κηδεμονίας να περιλάβει σε αυτό όρους για την παροχή από τον κηδεμονευόμενο εργασίας χωρίς αμοιβή για καθορισμένο αριθμό ωρών. Διάταγμα κηδεμονίας το οποίο περιλαμβάνει τέτοιους όρους αναφέρεται ως “διάταγμα κηδεμονίας με όρους κοινοτικής εργασίας”.
(6) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (3) και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 7, το δικαστήριο δύναται κατά την έκδοση διατάγματος κηδεμονίας να περιλάβει σε αυτό όρους για την παρακολούθηση από τον αδικοπραγούντα επιμορφωτικών μαθημάτων καθορισμένου περιεχομένου και διάρκειας. Διάταγμα κηδεμονίας το οποίο περιλαμβάνει τέτοιους όρους αναφέρεται ως “διάταγμα κηδεμονίας με όρους επιμόρφωσης”.
(7) Πριν από την έκδοση διατάγματος κηδεμονίας το δικαστήριο εξηγεί στον αδικοπραγούντα σε γλώσσα καταληπτή τις συνέπειες του διατάγματος, στο οποίο δυνατό να περιληφθούν οποιοιδήποτε πρόσθετοι όροι με βάση το εδάφιο (3) ή το εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου, καθώς και το γεγονός ότι, σε περίπτωση που παραλείψει να συμμορφωθεί με αυτό ή διαπράξει άλλο αδίκημα, υπόκειται σε ποινή για το αρχικό αδίκημα.
(8) Το δικαστήριο το οποίο εκδίδει διάταγμα κηδεμονίας διαβιβάζει αμέσως αντίγραφα του διατάγματος στον κηδεμονικό λειτουργό που είναι αποσπασμένος στο δικαστήριο, ο οποίος και διαβιβάζει αντίγραφο στον αδικοπραγούντα και στον κηδεμονικό λειτουργό που είναι υπεύθυνος για την επιτήρηση του αδικοπραγούντος, ενώ το δικαστήριο, εκτός αν πρόκειται γι’ αυτό το ίδιο το δικαστήριο επιτήρησης, αποστέλλει στον πρωτοκολλητή του επαρχιακού δικαστηρίου της επαρχίας στην οποία διαμένει ο κηδεμονευόμενος αντίγραφο του διατάγματος μαζί με τα έγγραφα και τις πληροφορίες τα οποία αναφέρονται στην υπόθεση και τα οποία θεωρεί ότι θα βοηθήσουν το δικαστήριο επιτήρησης.