2.-(1) Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“αποκτώσα Τράπεζα” σημαίνει οποιαδήποτε Τράπεζα που εξαγοράζει και/ή άλλως πως αποκτά τις εργασίες άλλης Τράπεζας∙
“εξαγορασθείσα Τράπεζα” σημαίνει Τράπεζα που διεξήγαγε καθ’ οιονδήποτε χρόνο τραπεζικές εργασίες στην Κύπρο τις οποίες πώλησε και/ή εκχώρησε, με βάση την αρχή της συνεχιζόμενης λειτουργίας και σε διαδοχή και υποκατάσταση της, σε άλλη Τράπεζα∙
“εξασφαλίσεις” σημαίνει υποθήκες πάσης φύσεως, επιβαρύνσεις, ομόλογα, συναλλαγματικές, υποσχετικά έγγραφα, εγγυήσεις, επισχέσεις, ενεχυριάσεις, εκχωρήσεις ή άλλα δικαιώματα ή οποιασδήποτε μορφής εξασφαλίσεις για την αποπληρωμή χρεών οποιουδήποτε είδους, είτε παρόντων είτε μελλοντικών ή για την εκπλήρωση οποιωνδήποτε υποχρεώσεων ή ευθυνών οποιουδήποτε είδους, είτε συγκεκριμένων είτε ενδεχομένων∙
“έφορος” σημαίνει τον Έφορο Εταιρειών και Επίσημο Παραλήπτη της Κυπριακής Δημοκρατίας για τους σκοπούς του περί Εταιρειών Νόμου∙
“μεταβιβαζόμενες εργασίες και επιχείρηση της εξαγορασθείσας Τράπεζας“ σημαίνει -
(α) τις εργασίες, τις εξασφαλίσεις, όλα τα στοιχεία ενεργητικού ή περιουσιακά στοιχεία που ήταν εγγεγραμμένα στο όνομα ή ανήκαν ή κρατούνταν από την εξαγορασθείσα Τράπεζα αμέσως πριν από το χρόνο μεταβίβασης και όλα τα στοιχεία παθητικού της εξαγορασθείσας Τράπεζας αμέσως πριν από το χρόνο μεταβίβασης, όπως καθορίζονται στη σχετική συμφωνία μεταξύ εξαγορασθείσας Τράπεζας και αποκτώσας Τράπεζας, ή
(β) το κάλυμμα και τις υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών καλύμματος κατά τα οριζόμενα στον περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμο του 2010∙
“στοιχεία παθητικού” περιλαμβάνει καθήκοντα, ευθύνες και υποχρεώσεις όπως καθορίζονται στη συμφωνία μεταβίβασης μεταξύ εξαγορασθείσας Τράπεζας και αποκτώσας Τράπεζας∙
“χρόνος μεταβίβασης” σημαίνει την καθορισθείσα ημερομηνία που προνοεί η μεταξύ της εξαγορασθείσας Τράπεζας και της αποκτώσας Τράπεζας συμφωνία για την εκτέλεση της μεταβίβασης των συναφών εργασιών, εξασφαλίσεων και γενικά των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού από την εξαγορασθείσα Τράπεζα προς την αποκτώσα Τράπεζα.
(2) Οποιαδήποτε αναφορά, στον παρόντα Νόμο, σε οποιοδήποτε άλλο νόμο θα ερμηνεύεται ως αναφορά σε εκείνο το νόμο όπως εφαρμόζεται, επεκτείνεται ή τροποποιείται από οποιοδήποτε μεταγενέστερο νόμο.