23Ζ.-(1)(α) ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, δύναται να συνάπτει συμφωνία παροχής οικονομικής στήριξης προς θυγατρικές του στη Δημοκρατία και σε άλλα κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες, οι οποίες είναι πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοδοτικά ιδρύματα που καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία του μητρικού ΑΠΙ εφόσον η συμβαλλόμενη θυγατρική πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 30Γ του παρόντος Νόμου ή με το Άρθρο 27 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ αναλόγως, νοουμένου ότι πληρούνται και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 23Η έως 23ΙΔ του παρόντος Νόμου.
(β) ΑΠΙ που συστάθηκαν στη Δημοκρατία και αποτελούν θυγατρικές μητρικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος ή μητρικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην Ένωση δύνανται να συνάπτουν με τη μητρική τους, συμφωνία για την παροχή οικονομικής στήριξης στο αντισυμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας που πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 30Γ του παρόντος Νόμου και με το Άρθρο 27 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ, εφόσον πληρούνται και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 23Η έως 23ΙΔ του παρόντος Νόμου και στο Κεφάλαιο III της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
(2) Οι πρόνοιες του παρόντος άρθρου και των άρθρων 23Η έως 23ΙΔ δεν εφαρμόζονται στις ενδοομιλικές χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων χρηματοδότησης και της λειτουργίας κεντροποιημένων ρυθμίσεων χρηματοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη των ρυθμίσεων αυτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης.
(3) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δεν αποτελεί προαπαιτούμενο -
(α) Για την παροχή οικονομικής στήριξης ομίλου σε οιαδήποτε οντότητα του ομίλου αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, εάν το ΑΠΙ το αποφασίσει, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τις πολιτικές του ομίλου, εφόσον αυτή η στήριξη δεν συνιστά κίνδυνο για το σύνολο του ομίλου· ή
(β) για την ανάπτυξη δραστηριότητας στη Δημοκρατία.
(4) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας της Δημοκρατίας, συναλλαγές στήριξης εντός ομίλου δύναται να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και των άρθρων 23Η έως 23ΙΔ του παρόντος Νόμου και του Κεφαλαίου ΙΙΙ της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ νοουμένου ότι καμία προρρηθείσα διάταξη δεν εμποδίζει την Κεντρική Τράπεζα να επιβάλλει περιορισμούς στις ενδοομιλικές συναλλαγές βάσει της Οδηγίας για τις Διακριτικές Ευχέρειες η οποία εφαρμόζει τις επιλογές που παρέχει ο Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου που αποτελούν μεταφορά των προνοιών της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή άλλη νομοθεσία που απαιτεί το διαχωρισμό τμημάτων ενός ομίλου ή δραστηριοτήτων που διεξάγονται εντός ενός ομίλου για λόγους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
(5) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δύναται -
(α) Να καλύπτει μία ή περισσότερες θυγατρικές του ομίλου και να προνοεί για την οικονομική στήριξη από τη μητρική επιχείρηση προς θυγατρικές, από θυγατρικές προς τη μητρική επιχείρηση, μεταξύ θυγατρικών του ομίλου που αποτελούν μέρη της συμφωνίας, ή κάθε άλλου συνδυασμού αυτών των οντοτήτων·
(β) να προνοεί για οικονομική στήριξη με τη μορφή δανείου, παροχής εγγυήσεων ή παροχής περιουσιακών στοιχείων για χρήση ως εξασφάλιση, ή οποιονδήποτε συνδυασμό των εν λόγω μορφών οικονομικής στήριξης, σε μία ή περισσότερες συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων συναλλαγών μεταξύ του δικαιούχου της στήριξης και τρίτου μέρους.
(6) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου, μια οντότητα του ομίλου συμφωνήσει να παρέχει οικονομική στήριξη σε άλλη οντότητα του ομίλου, η συμφωνία δύναται να περιλαμβάνει αμοιβαία συμφωνία εκ μέρους της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη να παρέχει οικονομική στήριξη στην οντότητα του ομίλου που παρέχει τη στήριξη.
(7)(α) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου προσδιορίζει τις αρχές για τον υπολογισμό της αντιπαροχής για κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται δυνάμει της συμφωνίας. Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν την απαίτηση όπως η αντιπαροχή καθορίζεται κατά την παροχή της οικονομικής στήριξης.
(β) Η συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των αρχών υπολογισμού της αντιπαροχής για την παροχή οικονομικής στήριξης και των λοιπών όρων της συμφωνίας, συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες αρχές:
(i) Κάθε μέρος ενεργεί ελεύθερα κατά τη σύναψη της συμφωνίας,
(ii) κατά τη σύναψη της συμφωνίας και τον καθορισμό της αντιπαροχής για την οικονομική στήριξη, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενεργεί προς το μέγιστο συμφέρον του, λαμβάνοντας υπόψη κάθε άμεσο ή έμμεσο όφελος που ενδέχεται να προκύψει για ένα συμβαλλόμενο ως αποτέλεσμα της παροχής οικονομικής στήριξης,
(iii) κάθε μέρος, που παρέχει οικονομική στήριξη, έχει πλήρη αποκάλυψη των σχετικών πληροφοριών από οποιοδήποτε μέρος που λαμβάνει οικονομική στήριξη πριν από τον καθορισμό της αντιπαροχής για την οικονομική στήριξη και πριν από κάθε απόφαση για την παροχή οικονομικής στήριξης,
(iv) η αντιπαροχή για την παροχή οικονομικής στήριξης δύναται να λαμβάνει υπόψη πληροφορίες που κατέχει το συμβαλλόμενο μέρος που παρέχει την οικονομική στήριξη βάσει του γεγονότος ότι ανήκει στον ίδιο όμιλο με το συμβαλλόμενο που λαμβάνει την οικονομική στήριξη και οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες στην αγορά,
(v) οι αρχές για τον υπολογισμό της αντιπαροχής για την παροχή οικονομικής στήριξης δεν είναι υποχρεωτικό να λαμβάνουν υπόψη οποιονδήποτε αναμενόμενο προσωρινό αντίκτυπο στις τιμές αγοράς ο οποίος προκύπτει από εξωγενή από τον όμιλο γεγονότα.
(8) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δύναται να συνάπτεται μόνον εφόσον, κατά την περίοδο της σύναψης προτεινόμενης συμφωνίας, η Κεντρική Τράπεζα και οι άλλες αντίστοιχες αρμόδιες αρχές εκτιμούν ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν πληροί τις προϋποθέσεις για έγκαιρη παρέμβαση.
(9) Κάθε δικαίωμα, απαίτηση ή ενέργεια, που προκύπτει από τη συμφωνία, δύναται να ασκείται μόνον από τα συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου, εξαιρουμένων τρίτων μερών.