19ΣΤ.-(1) Εκτός εάν η Κεντρική Τράπεζα κάνει χρήση της παρέκκλισης του Άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ΑΠΙ τηρούν σε ατομική βάση τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 19(2), (3) και (5), 19Β(2), 19Γ, 19Δ, 22Ε, 24Α, 24Β, 26(12) έως (14), 26Γ(1) και (2), 26Δ και 22Ε του παρόντος Νόμου και στις παραγράφους 5(1) έως (3), 6(δ) και (ε), 8, 9(1) και (5), 12(3), 17(1), (2) και (5), 26(1)(γ) και (δ) και (5), 35(1) έως (3), 41(1)(α) έως (δ), 42, 43(1) και (2), 44, 50, 51, 52, 62(4), 63, 64, 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 76(1), 78(1) και (2), 84, 108(3), 109(4)(β) της Οδηγίας Διακυβέρνησης.
(2)(α) Η Κεντρική Τράπεζα απαιτεί από τα ΑΠΙ που συνιστούν μητρικές επιχειρήσεις ή θυγατρικές επιχειρήσεις να τηρούν τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) υποχρεώσεις σε ενοποιημένη ή υποενοποιημένη βάση και να διασφαλίζουν ότι οι ρυθμίσεις, διαδικασίες και μηχανισμοί, που απαιτούνται με βάση το εδάφιο (1) του παρόντος Νόμου και την Οδηγία Διακυβέρνησης, είναι συνεπείς και καλά ενσωματωμένες και ότι δύναται να παραχθούν οποιαδήποτε δεδομένα και στοιχεία αφορούν τον σκοπό εποπτείας.
(β) Τα ΑΠΙ που προβλέπονται στην παράγραφο (α), εφαρμόζουν τις εν λόγω ρυθμίσεις, διαδικασίες και μηχανισμούς στις θυγατρικές τους που δεν υπόκεινται στις εναρμονιστικές με την Οδηγία 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων και όσων εδρεύουν σε υπεράκτια (offshore) οικονομικά κέντρα∙ οι εν λόγω ρυθμίσεις, διαδικασίες και μηχανισμοί απαιτείται να είναι συνεπείς και καλά ενσωματωμένες και οι εν λόγω θυγατρικές να είναι σε θέση να παράγουν οποιαδήποτε δεδομένα και στοιχεία αφορούν τον σκοπό της εποπτείας.
(γ) Οι θυγατρικές επιχειρήσεις που δεν υπόκεινται οι ίδιες στις εναρμονιστικές με την Οδηγία 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που αφορούν ειδικά τον τομέα τους σε ατομική βάση.
(3) Δεν εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) υποχρεώσεις επί θυγατρικών επιχειρήσεων, οι οποίες δεν υπόκεινται οι ίδιες στις εναρμονιστικές με την Οδηγία 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις, εάν το μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ δύναται να αποδείξει στην Κεντρική Τράπεζα ότι είναι παράνομη σύμφωνα με τη νομοθεσία της τρίτης χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένη η θυγατρική, η εφαρμογή των αναφερόμενων στο εδάφιο (1) διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας Διακυβέρνησης.
(4) Οι απαιτήσεις αποδοχών, που ορίζονται στις παραγράφους 35, 42, 43, 50 και 51 της Οδηγίας Διακυβέρνησης, δεν εφαρμόζονται σε ενοποιημένη βάση στις ακόλουθες οντότητες:
(α) Θυγατρικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις αποδοχών σύμφωνα με νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλες από την Οδηγία 2013/36/ΕΕ,
(β) θυγατρικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα, εφόσον θα υπόκειντο σε ειδικές απαιτήσεις αποδοχών σύμφωνα με νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλες από την Οδηγία 2013/36/ΕΕ, εάν ήταν εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (4) και για την αποφυγή της καταστρατήγησης των κανόνων που ορίζονται στις παραγράφους 35, 42, 43, 50 και 51 της Οδηγίας Διακυβέρνησης, οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις εν λόγω παραγράφους εφαρμόζονται στα μέλη του προσωπικού των θυγατρικών, οι οποίες δεν υπόκεινται στις εναρμονιστικές με την Οδηγία 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις σε ατομική βάση, εφόσον-
(α) η θυγατρική είναι είτε εταιρεία διαχείρισης είτε επιχείρηση που παρέχει τις επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες που απαριθμούνται στο Παράρτημα I, Τμήμα Α, σημεία 2), 3), 4), 6) και 7) της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ∙ και
(β) τα εν λόγω μέλη του προσωπικού έχουν λάβει εντολή να εκτελούν επαγγελματικές δραστηριότητες που έχουν άμεσο ουσιώδη αντίκτυπο στα χαρακτηριστικά κινδύνου ή τις δραστηριότητες των ιδρυμάτων εντός του ομίλου.
(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εφαρμόζει τις απαιτήσεις αποδοχών που ορίζονται στις παραγράφους 35, 42, 43, 50 και 51 της Οδηγίας Διακυβέρνησης σε ενοποιημένη βάση σε ευρύτερο φάσμα θυγατρικών επιχειρήσεων και στο προσωπικό τους.