33Α.Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 33Η, 33Θ, 33Ι, 33Κ, 33Λ και 33Ν, η έκδοση απόφασης για την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης τράπεζας, η διαδικασία της εκκαθάρισης και τα αποτελέσματά της διέπονται από τις σχετικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και αφορούν ιδιαίτερα -
(α) τα στοιχεία του ενεργητικού που εξακολουθούν να αποτελούν περιουσία της τράπεζας, καθώς και τη μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού που απέκτησε η τράπεζα μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης·
(β) τις εκάστοτε εξουσίες της τράπεζας και του εκκαθαριστή·
(γ) τις προϋποθέσεις συμψηφισμού·
(δ) τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης στις συμβάσεις που έχει συνάψει η τράπεζα·
(ε) τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης σε ατομικές διώξεις πιστωτών, με εξαίρεση τα αποτελέσματα από υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον Δικαστηρίου αναφορικά με στοιχεία ενεργητικού ή δικαιώματα που έχει απεκδυθεί η τράπεζα, τα οποία ρυθμίζονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους, στο οποίο εκκρεμεί η δίκη·
(στ) τις απαιτήσεις που εγείρονται μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, εναντίον της τράπεζας και τον τρόπο, με τον οποίο αυτές αναγνωρίζονται στον ισολογισμό της τράπεζας·
(ζ) τους κανόνες που διέπουν την υποβολή, επαλήθευση και αποδοχή των απαιτήσεων·
(η) τους κανόνες που διέπουν την διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων, τη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων και τα δικαιώματα των πιστωτών που έχουν ικανοποιηθεί μερικώς μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης δυνάμει εμπράγματου δικαιώματος ή μέσω συμψηφισμού·
(θ) τους όρους και τα αποτελέσματα της ολοκλήρωσης της διαδικασίας εκκαθάρισης·
(ι) τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης·
(ια) τον καταλογισμό των εξόδων και των δαπανών της διαδικασίας εκκαθάρισης·
(ιβ) τους κανονισμούς που καθιστούν άκυρες, ακυρώσιμες ή ανενεργές τις επιβλαβείς για το σύνολο των πιστωτών συμφωνίες, εκτός εάν το πρόσωπο που ωφελήθηκε από συμφωνία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών αποδείξει ότι -
(i) η εν λόγω συμφωνία διέπεται από τη νομοθεσία κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, και
(ii) η νομοθεσία αυτή δεν προβλέπει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσβολή της συμφωνίας: