26.—(1) Οι διοικητικές πράξεις οι οποίες εκδίδονται έπειτα από άσκηση διακριτικής εξουσίας πρέπει να είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες, ιδίως όταν πρόκειται για πράξεις οι οποίες-
(α) Είναι δυσμενείς για το διοικούμενο·
(β) είναι αντίθετες ως προς το περιεχόμενο τους με προηγηθείσα γνωμοδότηση, πρόταση, εισήγηση ή έκθεση αρμόδιου οργάνου ή με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου·
(γ) είναι αντίθετες με χαραχθείσα πολιτική ή τακτική·
(δ) συνιστούν εξαιρετικό μέτρο ενέργειας·
(ε) είναι αιτιολογητέες από το νόμο.
(2) Η μορφή και η έκταση της επιβαλλόμενης αιτιολογίας ποικίλλουν ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται η πράξη και τις συνθήκες που την περιβάλλουν.
(3) Η αιτιολογία των πράξεων και αποφάσεων, που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 24 του παρόντος Νόμου, δημοσιοποιείται, χωρίς καθυστέρηση, στην ιστοσελίδα του διοικητικού οργάνου και χωρίς επηρεασμό των κατά περίπτωση ισχυουσών διατάξεων αναφορικά με τη γνωστοποίησή τους στα ενδιαφερόμενα μέρη ή με τις προθεσμίες για τη λήψη μέτρων από κάθε διοικούμενο που έχει έννομο συμφέρον.
(4) Από την υποχρέωση για δημοσιοποίηση της αιτιολογίας, που προνοείται στο εδάφιο (3) του άρθρου αυτού, εξαιρούνται οι αποφάσεις -
(α) που αφορούν σε εμπιστευτικής φύσεως ζητήματα, περιλαμβανομένων εμπιστευτικών ζητημάτων εθνικής ασφάλειας, άμυνας, διεθνών σχέσεων, ή/και
(β) που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τη δημοσιοποίηση των οποίων θα πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(5) Η παράλειψη της δημοσιοποίησης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πράξης και απόφασης δεν επηρεάζει το κύρος της.