16.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει καθήκον να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα, παραβάσεις προμηθευτών οποιασδήποτε προστατευτικής των συμφερόντων των καταναλωτών διάταξης του παρόντος Νόμου.
(2) Όταν, ύστερα από εξέταση που διενεργείται σύμφωνα με το εδάφιο (1), η Εντεταλμένη Υπηρεσία θεωρήσει ότι υπήρξε παράβαση, δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να ζητήσει με αίτηση της προς το Δικαστήριο την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο κατά την κρίση της ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή.
(3) Κατά την εξέταση αυτή η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη της οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης, που παρέχεται σ’ αυτή από οποιοδήποτε πρόσωπο ή εκ μέρους οποιουδήποτε προσώπου, αναφορικά με τη γενομένη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.
(4) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Υπηρεσία ύστερα από εξέταση που διενεργείται σύμφωνα με το εδάφιο (1), δε θεωρεί σκόπιμο να αποταθεί στο Δικαστήριο σε σχέση με οποιοδήποτε παράπονο το οποίο, δυνάμει του παρόντος άρθρου, έχει καθήκον να εξετάζει, τότε οφείλει να αιτιολογεί την απόφαση της.
(5) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία κατά την άσκηση των εξουσιών που παρέχονται σε αυτή δυνάμει του παρόντος Νόμου, οφείλει να έχει υπόψη της-
(α) Όλα τα εμπλεκόμενα συμφέροντα και ιδιαίτερα το δημόσιο συμφέρον,
(β) ότι είναι επιθυμητή η ενθάρρυνση του εκούσιου ελέγχου των συμβάσεων που διέπονται από τον παρόντα Νόμο από αυτόνομους Οργανισμούς, Συνδέσμους ή Ενώσεις.