12Β.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, μια χώρα θεωρείται ως ασφαλής τρίτη χώρα για συγκεκριμένο αιτητή όταν η μεταχείρισή του σε αυτήν θα πληροί σωρευτικά τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
(α) Δεν απειλείται η ζωή και η ελευθερία λόγω φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων∙
(β) δεν υπάρχει κίνδυνος σοβαρής βλάβης κατά την έννοια του εδαφίου (2) του άρθρου 19∙
(γ) τηρείται η αρχή της μη επαναπροώθησης σύμφωνα με τη Σύμβαση∙
(δ) τηρείται η απαγόρευση της απομάκρυνσης, η οποία απομάκρυνση είναι σε παράβαση του δικαιώματος αποφυγής των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης όπως ορίζεται στο διεθνές δίκαιο∙
(ε) υπάρχει η δυνατότητα να ζητηθεί το καθεστώς πρόσφυγα και, στην περίπτωση που ο αιτητής αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, να του χορηγηθεί προστασία σύμφωνα με τη Σύμβαση.
(2) Αίτηση στην οποία δυνατό να εφαρμοστεί η έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας, δύναται να εξεταστεί κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού σύμφωνα με την ταχύρυθμη διαδικασία του άρθρου 12Δ.
(3) Η εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας υπόκειται στους ακόλουθους κανόνες:
(α) απαιτείται σύνδεσμος μεταξύ του αιτητή και της τρίτης χώρας, βάσει του οποίου συνδέσμου θα ήταν εύλογο για τον αιτητή να μεταβεί στην τρίτη χώρα∙
(β) ο Προϊστάμενος εξετάζει σε εξατομικευμένη βάση τον ασφαλή χαρακτήρα της τρίτης χώρας για τον συγκεκριμένο αιτητή ή/και με γνωστοποίησή του, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τις χώρες τις οποίες θεωρεί γενικά ασφαλείς∙
(γ) ο Προϊστάμενος εξετάζει εξατομικευμένα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κατά πόσο η τρίτη χώρα είναι ασφαλής για τον συγκεκριμένο αιτητή, ο οποίος δύναται να προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος την εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας στην περίπτωσή του -
(i) επικαλούμενος ως λόγο το γεγονός ότι η τρίτη χώρα δεν είναι ασφαλής υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες βρίσκεται, ή
(ii) αμφισβητώντας την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και της τρίτης χώρας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α).
(4) Σε περίπτωση απόφασης του Προϊσταμένου η οποία βασίζεται αποκλειστικά στην έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας, η Υπηρεσία Ασύλου ενημερώνει σχετικά τον αιτητή και του χορηγεί έγγραφο με το οποίο ενημερώνονται οι αρχές της ασφαλούς τρίτης χώρας, σε επίσημη γλώσσα της χώρας αυτής, περί του ότι η αίτηση του αιτητή δεν έχει εξεταστεί επί της ουσίας.
(5) Όταν η ασφαλής τρίτη χώρα δεν επιτρέπει στον αιτητή να εισέλθει στο έδαφός της, ο αιτητής δικαιούται να απευθύνει εκ νέου αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου, η οποία εξετάζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες και εγγυήσεις του παρόντος Νόμου.
(6) Ο Προϊστάμενος ενημερώνει περιοδικά την Επιτροπή σχετικά με τις χώρες οι οποίες θεωρούνται ως ασφαλείς τρίτες χώρες, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.