16Β.-(1) Όταν υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο αιτητής, σιωπηρά, έχει αποσύρει την αίτησή του ή υπαναχωρήσει από αυτήν, ο Προϊστάμενος κατά την κρίση του-
(i) Κλείνει το φάκελο του αιτητή και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης, με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στο φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται τα άρθρα 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18∙ ή
(ii) λαμβάνει απόφαση με την οποία απορρίπτει την αίτηση, σε περίπτωση που την θεωρεί αβάσιμη, αφού την εξετάσει επαρκώς επί της ουσίας της σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 16 και με τα εδάφια (3), (4) και (5) του άρθρου 18.
(2) Ο Προϊστάμενος δύναται να θεωρεί ότι ο αιτητής, σιωπηρά, έχει αποσύρει αίτησή του ή υπαναχωρήσει από αυτήν, ιδίως όταν διαπιστώνει ότι ο αιτητής-
(α) Δεν ανταποκρίθηκε σε απαίτηση της Υπηρεσίας Ασύλου για παροχή πληροφοριών με ουσιώδη σημασία για την αίτησή του σύμφωνα με το άρθρο 16 ή δεν παρέστη στην προσωπική συνέντευξη η οποία προβλέπεται στα άρθρα 13Α και 18, εκτός εάν ο αιτητής αποδείξει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ότι αυτό οφείλεται σε συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του∙ ή
(β) διέφυγε ή αναχώρησε χωρίς άδεια από το μέρος όπου ζούσε ή βρισκόταν υπό κράτηση, χωρίς να έρθει σε επαφή με την Υπηρεσία Ασύλου εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ή δεν εκπλήρωσε εντός εύλογου χρονικού διαστήματος την υποχρέωση αναφοράς ή άλλες υποχρεώσεις επικοινωνίας, όπως την προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 8, εκτός εάν ο αιτητής αποδείξει ότι αυτό οφειλόταν σε συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του.
(3) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.