12Γ.-(1) Τηρουμένων των προνοιών της παραγράφου (α) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση που ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώνει ότι ο φόβος καταδίωξης ή ο φόβος ότι ο αιτητής υπέστει ή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη είναι δικαιολογημένος, ο αρμόδιος λειτουργός δύναται να διερευνήσει κατά πόσο ο φόβος αυτός περιορίζεται σαφώς σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή της χώρας ιθαγένειας του αιτητή και σε τέτοια περίπτωση, ο αρμόδιος λειτουργός διερευνά κατά πόσο λογικά ο αιτητής θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί, σε άλλη γεωγραφική περιοχή της χώρας ιθαγένειάς του, στην οποία δεν υπάρχει βάσιμος φόβος καταδίωξης ή στην οποία δεν θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 19.
Κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, ο Προϊστάμενος δύναται να αποφασίσει ότι ο αιτητής δε χρήζει διεθνούς προστασίας, εάν σε τμήμα της χώρας ιθαγένειάς του δεν υφίσταται βάσιμος φόβος δίωξης ή πραγματικός κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής βλάβης και είναι εύλογα αναμενόμενο όπως ο αιτητής παραμείνει στο τμήμα αυτό της χώρας.
(2) Κατά την πιο πάνω διερεύνηση, θεωρείται ως σοβαρό τεκμήριο εναντίον της εσωτερικής μετεγκατάστασης, ως εναλλακτικής λύσης της διεθνούς προστασίας, η περίπτωση κατά την οποία ο φορέας της καταδίωξης είναι ή συνδέεται με την κυβέρνηση της χώρας ιθαγένειας του αιτητή.
(3) Κατά τη διερεύνηση του κατά πόσο ο αιτητής μπορεί λογικά να μετεγκατασταθεί σε άλλη γεωγραφική περιοχή της χώρας του, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνει υπόψη και, κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη την ασφάλεια, τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, περιλαμβανομένου του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και την προσωπική κατάσταση του αιτητή περιλαμβανομένων της ηλικίας, του φύλου, της κατάστασης της υγείας, της οικογενειακής του κατάστασης και τους φυλετικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς του δεσμούς.
(4) Το εδάφιο (1) τυγχάνει εφαρμογής παρά τα τεχνικά εμπόδια επιστροφής.