12Δ.-(1) Κατά προτεραιότητα και όχι αργότερα από τριάντα ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, εξετάζονται από τον Προϊστάμενο, με την ταχύρυθμη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, αιτήσεις που κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 12Α, 12Β, 12Βδις, 12Βτρις, 12Βτετράκις, 12Βπεντάκις ή/και του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου.
(2) Κατά την εξέταση της αίτησης, ο αρμόδιος λειτουργός προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του αιτητή, μετά από την οποία υποβάλλει έκθεση με τα γεγονότα της υπόθεσης και τις διαπιστώσεις του αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 12Α, 12Β, 12Βδις, 12Βτρις, 12Βτετράκις, 12Βπεντάκις ή/και του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, στον Προϊστάμενο.
(3) Ο Προϊστάμενος, μετά την εξέταση της έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού, δύναται, με απόφασή του, να:
(α) Αναγνωρίσει αιτητή ως πρόσφυγα·
(β) αναπέμψει την αίτηση στον αρμόδιο λειτουργό για να ακολουθήσει την κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων, δυνάμει του άρθρου 13· ή
(γ) απορρίψει την αίτηση δυνάμει των άρθρων 12Α, 12Β, 12Βδις, 12Βτρις, 12Βτετράκις, 12Βπεντάκις ή/και του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου.
(4) Αίτηση δύναται να εξεταστεί κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού σύμφωνα με την ταχύρρυθμη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, εφόσον τηρούνται οι αρχές και εγγυήσεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με την εξέταση αιτήσεων, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Ο αιτητής, κατά την υποβολή της αίτησης και την παρουσίαση των περιστατικών, απλώς έθεσε θέματα τα οποία είναι άνευ σημασίας για την εξέταση του εάν πληροί τις προϋποθέσεις για να του χορηγηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας∙
(β) ο αιτητής προέρχεται από ασφαλή χώρα ιθαγένειας σύμφωνα με το άρθρο 12Βτρις∙
(γ) ο αιτητής παραπλάνησε τις αρχές της Δημοκρατίας με την παρουσίαση ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων, όσον αφορά την ταυτότητα ή/και την ιθαγένειά του, που μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την απόφαση επί της αίτησης∙
(δ) ο αιτητής είναι πιθανόν, κακόπιστα, να έχει καταστρέψει ή πετάξει έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο, που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του∙
(ε) ο αιτητής έχει παρουσιάσει σαφώς ασυνεπείς και αντιφατικές ή σαφώς ψευδείς ή προφανώς απίθανες πληροφορίες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες για τη χώρα ιθαγένειας, καθιστώντας έτσι σαφώς μη πειστική τη δήλωσή του ως προς το εάν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει του παρόντος Νόμου∙
(στ) ο αιτητής έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση, η οποία δεν θεωρείται ως απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 16Δ∙
(ζ) ο αιτητής υποβάλλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης που θα οδηγούσε στην απέλαση / απομάκρυνσή του∙
(η) ο αιτητής εισήλθε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας ή παρέτεινε παράνομα τη διαμονή του σε αυτό και, χωρίς εύλογη αιτία, δεν παρουσιάστηκε στις αρχές ούτε υπέβαλε αίτηση το συντομότερο δυνατόν, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της εισόδου του∙
(θ) ο αιτητής ενδέχεται για σοβαρούς λόγους να συνιστά κίνδυνο για τη εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ή έχει απελαθεί διά της βίας για σοβαρούς λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης∙
(ι) ο αιτητής αρνείται να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή του να υποβληθεί σε λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων του σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 603/2013.
(5)(α) Η εξέταση της αίτησης βάσει του παρόντος άρθρου ολοκληρώνεται το ταχύτερο δυνατό, με την επιφύλαξη της διασφάλισης της κατάλληλης και πλήρους εξέτασης.
(β) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) προθεσμία των τριάντα (30) ημερών δύναται να παραταθεί από τον Προϊστάμενο, μετά από εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες, εφόσον ο Προϊστάμενος κρίνει ότι αυτό είναι απαραίτητο για την κατάλληλη και πλήρη εξέταση της αίτησης.
(γ) Σε περίπτωση που, κατά την κρίση του Προϊσταμένου, η ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο παρόν άρθρο δε διασφαλίζει την κατάλληλη και πλήρη εξέταση της αίτησης, ο Προϊστάμενος ενεργεί σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (3).