12Βτρις.-(1) Για σκοπούς εξέτασης αιτήσεων, ο Υπουργός δύναται με διάταγμα να ορίσει χώρα ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
(2) Κατά την εκτίμηση μιας χώρας ως ασφαλούς χώρας ιθαγένειας, με σκοπό τον ενδεχόμενο χαρακτηρισμό ή αποχαρακτηρισμό ως τέτοιας σύμφωνα με το παρόν άρθρο, λαμβάνεται μεταξύ άλλων υπόψη ο βαθμός στον οποίο παρέχεται προστασία κατά της δίωξης ή κακομεταχείρισης μέσω:
(α) Tης σχετικής πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας και του τρόπου εφαρμογής της∙
(β) της τήρησης των δικαιωμάτων και ελευθερίων που ορίζονται –
(i) στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ιδίως δε των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση δυνάμει του Άρθρου 15, παράγραφος 2, αυτής, και
(ii) στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, και
(iii) στη Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Μορφών Σκληρής, Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας∙
(γ) της τήρησης της αρχής της μη επαναπροώθησης σύμφωνα με τη Σύμβαση∙
(δ) της πρόβλεψης μηχανισμού πραγματικής προσφυγής κατά των παραβάσεων των προαναφερόμενων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
(3) Η αξιολόγηση του κατά πόσο μια τρίτη χώρα είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας σύμφωνα με το παρόν άρθρο βασίζεται σε σειρά πηγών πληροφοριών, περιλαμβανομένων ειδικότερα πληροφοριών από άλλα κράτη μέλη, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.
(4) Η έρευνα, συλλογή πληροφοριών και προκαταρκτική εκτίμηση ως προς τον χαρακτηρισμό ή αποχαρακτηρισμό μιας χώρας ως ασφαλούς χώρας ιθαγένειας σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διεξάγεται από την Υπηρεσία Ασύλου η οποία υποβάλλει συγκεκριμένη εισήγηση στον Υπουργό.
(5) Ο Προϊστάμενος κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε διάταγμα το οποίο ο Υπουργός εκδίδει δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(6) Τρίτη χώρα που έχει οριστεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται, μετά από εξατομικευμένη εξέταση της αίτησης, να θεωρηθεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας για το συγκεκριμένο αιτητή, μόνον εφόσον ο αιτητής –
(α) Έχει την ιθαγένεια της χώρας αυτής, ή
(β) είναι ανιθαγενής και είχε προηγουμένως τη συνήθη διαμονή του στην εν λόγω χώρα,
και δεν έχει προβάλει σοβαρούς λόγους για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή του και όσον αφορά τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
(7) Αίτηση η οποία υποβλήθηκε από πρόσωπο που κατέχει την ιθαγένεια χώρας που έχει οριστεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, και αίτηση από ανιθαγενή του οποίου η χώρα προηγούμενης συνήθους διαμονής έχει χαρακτηρισθεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δύναται να εξεταστεί κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού με την ταχύρρυθμη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12Δ, εκτός εάν ο αιτητής προβάλει βάσιμους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η ασφαλής χώρα ιθαγένειας δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή του, οπότε η αίτηση εξετάζεται σύμφωνα με την κανονική διαδικασία του άρθρου 13.
(8) Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η Υπηρεσία Ασύλου παρέχει την ευκαιρία στον αιτητή να προβάλει λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η ασφαλής χώρα ιθαγένειας δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή του.
(9) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος θεωρήσει τρίτη χώρα ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας για το συγκεκριμένο αιτητή δυνάμει του εδαφίου (6), η Υπηρεσία Ασύλου ενημερώνει τον αιτητή περί της απόφασης του Προϊσταμένου καθώς και για το δικαίωμα του αιτητή να αμφισβητήσει την εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς χώρας ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή του και να προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο την απόφαση του Προϊσταμένου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής.
(10)(α) Το διάταγμα του Υπουργού, το οποίο εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1), αναθεωρείται τουλάχιστον μια φορά κάθε έτος. Η σχετική έρευνα, συλλογή πληροφοριών και προκαταρκτική εκτίμηση διεξάγεται από την Υπηρεσία Ασύλου, η οποία και υποβάλλει συγκεκριμένη εισήγηση στον Υπουργό για την αναθεώρηση του διατάγματος.
(β) Όταν ο Υπουργός διαπιστώσει σημαντική αλλαγή της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε χώρα την οποία έχει χαρακτηρίσει ασφαλή, επανεξετάζει το συντομότερο δυνατό και, εφόσον απαιτείται, αναθεωρεί σύμφωνα με την παράγραφο (α) το χαρακτηρισμό της χώρας ως ασφαλούς.
(11) Κατά την εφαρμογή των εδαφίων (1), (2), (4), (6) και (10), λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, οι κατευθυντήριες γραμμές και τα επιχειρησιακά εγχειρίδια καθώς και οι πληροφορίες για τις χώρες ιθαγένειας και για τις δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας υποβολής εκθέσεων για πληροφορίες σχετικά με τη χώρα καταγωγής της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, που αναφέρονται στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 439/2010, καθώς και οι σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.
(12) Κάθε διάταγμα, το οποίο ο Υπουργός εκδίδει δυνάμει του παρόντος άρθρου, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.