20.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
<διαμένων> σημαίνει πρόσωπο το οποίο απολαύει προσωρινής προστασίας με απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της Οδηγίας ή δυνάμει του παρόντος Νόμου και το οποίο επιθυμεί να επανενωθεί με τα μέλη της οικογένειάς του·
<εκτοπισθέντες αλλοδαποί> σημαίνει υπήκοοι άλλων κρατών ή πρόσωπα χωρίς ιθαγένεια, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα ιθαγένειάς τους ή εκκενώθηκαν, ιδίως μετά από έκκληση διεθνών οργανισμών, και των οποίων ο επαναπατρισμός υπό ασφαλείς και σταθερές συνθήκες είναι αδύνατος λόγω της επικρατούσας σε αυτή τη χώρα κατάστασης, και οι οποίοι ενδεχομένως να εμπίπτουν και στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 3(1), 19 και 19Α, και ιδιαίτερα:
(α) Άτομα που εγκατέλειψαν περιοχές ένοπλων συγκρούσεων ή ενδημικής βίας· ή
(β) άτομα που αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο ή υπήρξαν θύματα συστηματικών ή γενικευμένων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους·
<μαζική εισροή> σημαίνει άφιξη στη Δημοκρατία σημαντικού αριθμού εκτοπισμέ-νων αλλοδαπών οι οποίοι προέρχονται από συγκεκριμένη χώρα ή γεωγραφική περιοχή, ανεξαρτήτως του κατά πόσο η άφιξη τους υπήρξε αυθόρμητη ή υποβοηθούμενη, ιδίως μέσω προγραμμάτων εκκένωσης·
<Οδηγία 2001/55/ΕΚ> σημαίνει την Οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων·
<προσωρινή προστασία> σημαίνει μια διαδικασία με έκτακτο χαρακτήρα που εξασφαλίζει, σε περίπτωση μαζικής εισροής ή σε περίπτωση που επίκειται μαζική εισροή εκτοπισθέντων αλλοδαπών, οι οποίοι δεν μπορούν να επιστρέψουν στη χώρα ιθαγένειάς τους, άμεση και προσωρινή προστασία σε αυτά τα πρόσωπα, ιδίως εάν υπάρχει επίσης ο κίνδυνος η διαδικασία παραχώρησης ασύλου να μην μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή την εισροή χωρίς αρνητικές συνέπειες στην αποτελεσματική λειτουργία της προς το συμφέρον των ενδιαφερόμενων προσώπων, αλλά και άλλων αιτητών ασύλου·
(2) Η Δημοκρατία εφαρμόζει την προσωρινή προστασία τηρώντας τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και τις υποχρεώσεις της όσον αφορά τη μη επαναπροώθηση που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου.
(3)(α) Πρόσωπα που απολαύουν προσωρινής προστασίας έχουν δικαίωμα να υποβάλουν οποιαδήποτε στιγμή αίτηση. Για τον καθορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Δουβλίνου. Ειδικότερα, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης ασύλου προσώπου που απολαύει προσωρινής προστασίας είναι το κράτος μέλος το οποίο αποδέχθηκε τη μεταφορά του προσώπου αυτού στο έδαφός του.
(β) Σε περίπτωση απόρριψης της ατομικής αίτησης για την αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα και μη παραχώρησης οποιουδήποτε άλλου είδους προστασίας σε πρόσωπο το οποίο βρίσκεται στη Δημοκρατία υπό καθεστώς προσωρινής προστασίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, το πρόσωπο αυτό θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό καθεστώς προσωρινής προστασίας για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα για το οποίο παραχωρείται η προστασία αυτή, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(γ) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης η εξέταση της οποίας διεκπεραιώνεται πριν το τέλος της περιόδου προσωρινής προστασίας, ο αιτητής εξακολουθεί να απολαύει των δικαιωμάτων που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο για πρόσωπα που απολαύουν προσωρινής προστασίας μέχρι τη λήξη της εν λόγω περιόδου δυνάμει των διατάξεων της Οδηγίας 2001/55/ΕΚ ή του άρθρου 20Γ του παρόντος Νόμου, ανάλογα με την περίπτωση.
(δ) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης, η εξέταση της οποίας δεν διεκπεραιώνεται πριν το τέλος της περιόδου προσωρινής προστασίας, η εξέταση ολοκληρώνεται μετά το τέλος της εν λόγω περιόδου, και για την περίοδο αυτή, ο αιτητής έχει τα δικαιώματα του αιτητή ασύλου.
(ε) Η προσωρινή προστασία δεν προδικάζει τη αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα.
(4) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του, παραχωρεί το καθεστώς προσωρινής προστασίας σε όσα πρόσωπα εμπίπτουν στην κατηγορία προσώπων στην οποία αναφέρεται η απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/55/ΕΚ ή του Υπουργικού Συμβουλίου που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20Β, τα οποία έχουν γίνει δεκτά για είσοδο στη Δημοκρατία ή βρίσκονται ήδη στη Δημοκρατία για σκοπούς προσωρινής προστασίας.
(5) Ο Προϊστάμενος δύναται να αποκλείει από την προσωρινή προστασία οποιοδήποτε πρόσωπο εμπίπτει στις πιο πάνω κατηγορίες προσώπων εφόσον μετά από δέουσα διερεύνηση:
(α) Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι:
(i) διέπραξε έγκλημα κατά της ειρήνης, έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, όπως αυτά ορίζονται από το διεθνές δίκαιο·
(ii) διέπραξε εκτός της Δημοκρατίας, σοβαρό έγκλημα που δεν είναι πολιτικό, πριν γίνει δεκτό στη Δημοκρατία ως πρόσωπο που απολαύει προσωρινής προστασίας. Η αυστηρότητα της αναμενόμενης δίωξης πρέπει να σταθμίζεται ανάλογα με τη φύση του εγκλήματος για το οποίο είναι ύποπτο το συγκεκριμένο άτομο. Ιδιαίτερα σκληρές πράξεις, ακόμα και αν διαπράττονται με υποτιθέμενο πολιτικό στόχο, μπορούν να χαρακτηρίζονται ως σοβαρά εγκλήματα που δεν είναι πολιτικά:
(iii) έχει κριθεί ένοχο πράξεων που αντιβαίνουν στους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
(β) Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται επικίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας ή είναι επικίνδυνο για την κοινωνία, διότι έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση για ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα:
(6) Οι αναφερόμενοι στο εδάφιο (5) λόγοι αποκλεισμού πρέπει να θεμελιώνονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του συγκεκριμένου προσώπου και οι αποφάσεις ή τα μέτρα αποκλεισμού πρέπει να βασίζονται στην αρχή της αναλογικότητας.
(7) Πρόσωπο το οποίο έχει αποκλειστεί δυνάμει του εδαφίου (5) από την προσωρινή προστασία, έχει δικαίωμα υποβολής διοικητικής προσφυγής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής δυνάμει του άρθρου 28Ε.
(8) [Καταργήθηκε]
(8Α) [Καταργήθηκε]
(9) [Καταργήθηκε]
(10) [Καταργήθηκε]
(11) [Καταργήθηκε]